Πέμπτη 11 Νοεμβρίου 2010

Ενας Θρακιώτης που βρήκε το φάρμακό του στο εξωτερικό

Διαπρέπει στον Καναδά και είναι ένας από τους 40 σημαντικότερους στον κόσμο ερευνητές κάτω των 40 ετών στον χώρο της γαστρεντερολογίας


ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΤΗΝ ΙΣΤΟΡΙΑ ΤΟΥ



ΘΡΑΚΙΩΤΗΣ ΓΕΝΝΗΜΑ - ΘΡΕΜΜΑ ο πρώτος εκλεκτός της καινούριας σελίδας, εδώ στην «Κυριακάτικη Ελευθεροτυπία». Τον συνάντησα ένα πρωινό του περασμένου Μαΐου στο Τορόντο, κατόπιν παρότρυνσης ενός παιδικού του φίλου, εδώ εις τας Αθήνας, που μόλις του είπα ότι «πάω ταξίδι στον Καναδά», ενθουσιωδώς με παρακάλεσε «να βρεις εκεί τον Γρηγόρη, να σου πει την ιστορία του, και να καταλάβεις γιατί η Ελλάδα χάνει τα καλύτερα παιδιά της». Πήγα. Τον βρήκα. Και να η ιστορία του.

Η απόσταση μεταξύ Χάμιλτον και Κομοτηνής είναι πάρα πολύ μεγάλη. Ενα απλό «κλικ», όμως, την κατάλληλη στιγμή, είναι μερικές φορές αρκετό για να αποφασίσεις να κάνεις αυτό το ένα βήμα που μπορεί να αλλάξει τη ζωή σου, και να κάνει την απόσταση μηδαμινή. Ο Γρηγόρης Λεοντιάδης, 43 χρόνων, είναι σήμερα βοηθός καθηγητή στο Τμήμα Γαστρεντερολογίας της Ιατρικής Σχολής του Πανεπιστημίου McMaster του Καναδά, που είναι ένα από τα κορυφαία ερευνητικά κέντρα του κόσμου στην ειδικότητα αυτή.

Το 2005 επιλέχθηκε από τη διεθνή επιτροπή Emerging Leaders Programme ως ένας από τους 40 σημαντικότερους στον κόσμο ερευνητές κάτω των 40 ετών στον χώρο της γαστρεντερολογίας. Ηταν ακόμη εδώ, στην Ελλάδα, όπου είχε ήδη βάλει γερές βάσεις για μέλλον λαμπρό. Ούτε στιγμή δεν σκέφτηκε να ξενιτευτεί, και μάλιστα τόσο μακριά.

Το πάθος του ήταν και είναι η έρευνα. Εχει κάνει σημαντικά βήματα στην μέθοδο της μετα-ανάλυσης. Είναι, λέει, «σαν δουλειά ντετέκτιβ», καθώς εξηγεί ότι βρίσκει τρόπους να ανακαλύπτει σε έρευνες που έχουν ήδη γίνει, πράγματα που δεν μπόρεσαν να δουν άλλοι. «Πολλές φορές, η λύση είναι μπροστά μας και έχουμε αναπτύξει ειδικές τεχνικές ώστε να ψάχνουμε, να τις βρίσκουμε και να τις αναλύουμε». Αυτές οι τεχνικές είναι καθιερωμένες παντού. Αλλά από το McMaster's ξεκίνησαν, στο Χάμιλτον, και εκεί σήμερα, από τον Γρηγόρη και άλλους λαμπρούς ερευνητές, εξελίσσονται. Το πανεπιστήμιο αυτό, στη συγκεκριμένη σχολή, γεννάει νομπελίστες.

Τελειώνοντας σπουδές και ειδικότητα στην Ελλάδα και έπειτα στην Αγγλία, ο Γρηγόρης κέρδισε τη θέση του λέκτορα στο Δημοκρίτειο Πανεπιστήμιο Θράκης. Ονειρο ζωής το πανεπιστήμιο, για κάθε νέο γιατρό στην Ελλάδα που κάνει έρευνα και θέλει να την εξελίξει. Εργάστηκε και ως κλινικός γιατρός, στη Θεσσαλονίκη, όπου η εμπειρία του ήταν μάλλον τραυματική. Εκείνο που τον πλήγωσε πολύ, και τον έφερε σε σύγκρουση, τότε, με το εκεί ιατρικό κατεστημένο, ήταν «η έλλειψη δεοντολογικού πλαισίου στις κλινικές δοκιμές φαρμάκων». Δοκιμές που, εκτός του ότι απέφεραν πολλά χρήματα στους γιατρούς που πείθονται από τις φαρμακευτικές εταιρείες να δοκιμάσουν το φάρμακο, δεν είναι βέβαιο ότι λειτουργούν πάντα υπέρ του ασθενούς.

«Χωρίς τις μελέτες αυτές», λέει ο Γρηγόρης Λεοντιάδης, «δεν προχωράει η επιστήμη. Το ζητούμενο, όμως, είναι ο σχεδιασμός της μελέτης να είναι ηθικός, να είναι πλήρως ενημερωμένος ο ασθενής ότι παίρνει μέρος σε πείραμα». Οταν υπάρχει ήδη - συμπληρώνει - μία αποδεδειγμένα αποτελεσματική θεραπεία για νόσο σοβαρή, «είναι ανήθικο να συγκρίνεται το υπό δοκιμή φάρμακο με εικονικό φάρμακο, placebo, και όχι με τη θεραπεία που ήδη ξέρουμε ως αποτελεσματική».

Ο Γρηγόρης δεν μπήκε στην Ιατρική για να συγκρούεται. Ούτε, όμως, και για να σιωπά. Ο ελάχιστος χρόνος που του επέτρεπε το ελληνικό πανεπιστημιακό σύστημα να αφιερώσει στην έρευνα, τον έκανε για πρώτη φορά να αρχίσει να καλοβλέπει την πιθανότητα να «φύγει έξω». Η ερευνητική δουλειά που είχε κάνει ως τότε, ήδη κέντρισε το ενδιαφέρον του άγγλου καθηγητή γαστρεντερολογίας Πολ Μογιέντι, που είναι ο προϊστάμενός του τώρα στο McMaster.

«Με προσέγγισε σε ένα συνέδριο, και μου είπε να έρθω εδώ, στο Χάμιλτον. Τον ευχαρίστησα, αλλά δεν έδειξα ότι με ενδιέφερε. Εκείνος επέμενε όμως και μετέτρεψε την προσφορά θέσης εργασίας σε πρόσκληση να επισκεφθώ το McMaster's και να κάνω μια ομιλία εκεί». Αυτό ήταν! Οταν έφτασε στο Χάμιλτον, και είδε με πόσο ενθουσιασμό τον υποδέχτηκαν όλοι, κατάλαβε ότι «εδώ θα μείνω». Οι φίλοι και συνάδελφοί του στην Ελλάδα τον έλεγαν τρελό. «Κέρδισες πανεπιστημιακή θέση εδώ, σίγουρη δουλειά για πάντα, και φεύγεις;» του έλεγαν. Η μάνα του, όπως όλες του οι μανάδες του κόσμου, συννέφιασε.

Εκείνος είχε πάρει όμως την απόφασή του. «Μόλις εγκαταστάθηκα εδώ, ξαφνιάστηκα ακόμα πιο ευχάριστα. Περίμενα εκτίμηση και αλληλοσεβασμό, αλλά βρήκα ακόμα περισσότερα: ένα περιβάλλον αλληλοθαυμασμού και ευγνωμοσύνης του ενός προς τον άλλον. Αυτοί, με ευχαριστούσαν που ήρθα, και εγώ τους ευχαριστούσα που με δέχτηκαν. Ο ένας χαίρεται για την επιτυχία του άλλου. Δεν υπάρχει κανένας ανταγωνισμός. Καμία κακία».

Ο Γρηγόρης Λεοντιάδης έχει στο McMaster's «άπειρο χρόνο για έρευνα». Στο κανονικό του ωράριο εκεί, κάνει την έρευνα που στην Ελλάδα έκανε «σαν χόμπι, αργά το βράδυ», αφού χρόνος δεν του περίσσευε. Ο χρόνος για έρευνα στο καναδικό πανεπιστήμιο «είναι προστατευόμενος χρόνος». Αφιερώνει μόνο δύο μέρες την εβδομάδα σε κλινική άσκηση. Τις άλλες τρεις σε διάβασμα, διδασκαλία και έρευνα. Ασχολείται κυρίως με την γαστρορραγία του άνω πεπτικού συστήματος. Και έχει βοηθήσει, με την μετα-ανάλυση που κάνει, και στα ευρήματα στα οποία έχει καταλήξει, στο να οριστούν οι κατευθυντήριες οδηγίες για την αντιμετώπιση της γαστρορραγίας.

Εχω μπροστά μου έναν άνθρωπο ήρεμο και σίγουρο. Και έχω καιρό να δω τέτοιον στη χώρα μου. Πίνουμε τον καφέ μας και συζητάμε για την Ελλάδα. «Φίλοι από την πατρίδα με ρωτάνε πώς είναι η ζωή εδώ στον Καναδά, γιατί θέλουν να 'ρθουν. Μερικοί το σκέφτονται κιόλας πολύ σοβαρά. Με στενοχωρεί πολύ που, όπου πάω, όλοι εδώ με ρωτάνε για τη χώρα μου. Εχουν σχηματίσει από τα μέσα ενημέρωσης μια πολύ δυσάρεστη εικόνα γι' αυτήν. Λένε ότι είναι μία χώρα ανοργάνωτη, όπου κυριαρχεί η αναρχία, επικίνδυνη για τουρίστες, και γι' αυτό πολλοί Καναδοί άλλαξαν γνώμη και δεν κατέβηκαν το καλοκαίρι στην Ελλάδα. Μας εντάσσουν στην ίδια κατηγορία επικινδυνότητας με το Αφγανιστάν».

Η ώρα πέρασε, και η μαμά, που είχε έρθει από την Κομοτηνή για να δει τον λεβέντη της, γύρισε από μια μικρή βόλτα που έκανε στην πόλη. Συστηθήκαμε και αμέσως μου... ζήτησε ρουσφέτι. «Αχ, κύριε Μιχαηλίδη μου, πείστε τον Γρηγόρη να επιστρέψει στην Ελλάδα μας. Ωραία είναι και εδώ, αλλά εκεί τον έχουμε ανάγκη...». Δεν ήξερα πώς ν' αντιδράσω, τι να πω. Με κυρίευσε, μόνο, η στενοχώρια. Και έφυγα χαμογελώντας θεατρικά, μην την προδώσω...

 
Πηγή:  http://www.enet.gr/