Οι τελευταίες στιγμές του Κομοτηναίου διαδηλωτή το απόγευμα της περασμένης Πέμπτης στο Σύνταγμα, μέσα από ένα νέο δημοσίευμα
ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΤΟ
«Τον σκότωσαν εν ψυχρώ. Ηταν άοπλος και του επιτέθηκαν οι διάφοροι μηχανισμοί». Η οικογένεια του 53χρονου οικοδόμου Δημήτρη Κοτσαρίδη από τον Βύρωνα, που βρήκε τραγικό θάνατο στο συλλαλητήριο της περασμένης Πέμπτης, ξεσπά: «Μας φάγανε τον άνθρωπό μας. Να μη μας φάνε και το δίκιο μας», λέει στην εφημερίδα «Έθνος» η Νίκη Κατσάνη, αδελφή της γυναίκας του εκλιπόντος.
«Ήμασταν όλοι μαζί στο Σύνταγμα. Ο Δημήτρης, η γυναίκα του, εγώ και η κόρη του. Άοπλοι. Εγώ και η αδελφή μου φύγαμε για το σπίτι και μιλούσαμε με τον Δημήτρη στο κινητό. Όταν έγινε η επίθεση, ο Δημήτρης την πήρε τηλέφωνο και της είπε: «Ελένη μας χτυπήσανε» κι εκείνη του απάντησε: «Δημήτρη μου, πρόσεχε, πρόσεχε». Ήταν η τελευταία φορά που η 52χρονη γυναίκα άκουγε τον άντρα της. Έπειτα από λίγο την πήραν τηλέφωνο για να της πουν να τρέξει στον Ευαγγελισμό.
«Τι είναι αυτό, αν δεν είναι εν ψυχρώ δολοφονία; Να πετούν καπνογόνα και ό,τι άλλο μέσα στον κόσμο;», αναρωτιέται η κ. Κατσάνη. «Εμείς δεν είχαμε χημικά. Ήμασταν άοπλοι. Ο Δημήτρης δεν ήταν εκεί για βόλτα. Αγωνιζόταν για να έχει ο κόσμος δουλειά και να ζει αξιοπρεπώς. Ο Δημήτρης ήταν χωρίς μεροκάματο και η γυναίκα του κι αυτή άνεργη, με ένα δάνειο 750 ευρώ τον μήνα και δύο κόρες 29 και 22 ετών. Να καθόμαστε να προσκυνάμε; Πήγαμε να αγωνιστούμε».
Η κ. Κατσάνη ξεχειλίζει από θυμό: «Θέλουμε το δίκιο μας. Να φύγουν αυτοί που μας κατάντησαν εδώ. Να μην μπορούμε να πληρώσουμε τα δάνειά μας και να ζήσουμε τα σπίτια μας. Αυτοί που κυβερνούν τη χώρα και τον κόσμο μας έκαναν πειραματόζωα. Πρέπει να σταματήσει αυτό».
Ο άτυχος 53χρονος, σημειώνει η ίδια, δεν αντιμετώπιζε πρόβλημα με την καρδιά του. «Ημασταν μαζί στη συγκέντρωση. Ήτανε μια χαρά. Όταν έπεσαν τα χημικά, ένιωσε μια αδιαθεσία κι έφυγε προς το πάρκο», σημειώνει ο συνάδελφός του, οικοδόμος, Παναγιώτης Γκαρτζόνης.
«Τον πήγαν στην Αίγλη του Ζαππείου, επειδή κατέρρευσε από τα χημικά», προσθέτει ο γ.γ. της Ομοσπονδίας Οικοδόμων, Κώστας Χατζιάρας, που ήταν μαζί με τον Κοτσαρίδη στη διαδήλωση.
«Η επίθεση ήταν δολοφονική και προσχεδιασμένη από παρακρατικούς μηχανισμούς. Αρχικά μας έριχναν με πυροσβεστήρες για να μη βλέπει η περιφρούρηση, μετά μας πέταγαν σακούλες με χρώματα και στη συνέχεια μολότοφ μαζί με βροχή από αγκωνάρια».
Ο Δημήτρης, όπως αναφέρεται στο δημοσίευμα, γεννήθηκε στις Σάπες Ροδόπης και ήρθε στον Βύρωνα νεαρός. «Πάλευε για το σπίτι του σαν το θηρίο», μας λέει η κουνιάδα του. Το ίδιο θα μας πουν όλοι στη γειτονιά. Ήταν ένας άνθρωπος λεβέντης, ένας εξαιρετικός οικογενειάρχης, που για όλους γινόταν θυσία. Και στη δουλειά του πρώτος. Συνδικαλιστής από μικρός, ήταν γραμματέας του συνδικάτου οικοδόμων στον Βύρωνα. Η είδηση του θανάτου του έπεσε σαν βόμβα στη γειτονιά και στους συναδέλφους του.
Ειδικά στο καφενείο «Τρίγωνο», όπου και σύχναζε. «Μακάρι να υπήρχαν πολλοί Κοτσαρίδηδες», μονολογούσαν χθες όλοι οι φίλοι του. Άλλοι έκλαιγαν κάτω από το σπίτι του...
.
ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΤΟ
«Τον σκότωσαν εν ψυχρώ. Ηταν άοπλος και του επιτέθηκαν οι διάφοροι μηχανισμοί». Η οικογένεια του 53χρονου οικοδόμου Δημήτρη Κοτσαρίδη από τον Βύρωνα, που βρήκε τραγικό θάνατο στο συλλαλητήριο της περασμένης Πέμπτης, ξεσπά: «Μας φάγανε τον άνθρωπό μας. Να μη μας φάνε και το δίκιο μας», λέει στην εφημερίδα «Έθνος» η Νίκη Κατσάνη, αδελφή της γυναίκας του εκλιπόντος.
«Ήμασταν όλοι μαζί στο Σύνταγμα. Ο Δημήτρης, η γυναίκα του, εγώ και η κόρη του. Άοπλοι. Εγώ και η αδελφή μου φύγαμε για το σπίτι και μιλούσαμε με τον Δημήτρη στο κινητό. Όταν έγινε η επίθεση, ο Δημήτρης την πήρε τηλέφωνο και της είπε: «Ελένη μας χτυπήσανε» κι εκείνη του απάντησε: «Δημήτρη μου, πρόσεχε, πρόσεχε». Ήταν η τελευταία φορά που η 52χρονη γυναίκα άκουγε τον άντρα της. Έπειτα από λίγο την πήραν τηλέφωνο για να της πουν να τρέξει στον Ευαγγελισμό.
«Τι είναι αυτό, αν δεν είναι εν ψυχρώ δολοφονία; Να πετούν καπνογόνα και ό,τι άλλο μέσα στον κόσμο;», αναρωτιέται η κ. Κατσάνη. «Εμείς δεν είχαμε χημικά. Ήμασταν άοπλοι. Ο Δημήτρης δεν ήταν εκεί για βόλτα. Αγωνιζόταν για να έχει ο κόσμος δουλειά και να ζει αξιοπρεπώς. Ο Δημήτρης ήταν χωρίς μεροκάματο και η γυναίκα του κι αυτή άνεργη, με ένα δάνειο 750 ευρώ τον μήνα και δύο κόρες 29 και 22 ετών. Να καθόμαστε να προσκυνάμε; Πήγαμε να αγωνιστούμε».
Η κ. Κατσάνη ξεχειλίζει από θυμό: «Θέλουμε το δίκιο μας. Να φύγουν αυτοί που μας κατάντησαν εδώ. Να μην μπορούμε να πληρώσουμε τα δάνειά μας και να ζήσουμε τα σπίτια μας. Αυτοί που κυβερνούν τη χώρα και τον κόσμο μας έκαναν πειραματόζωα. Πρέπει να σταματήσει αυτό».
Ο άτυχος 53χρονος, σημειώνει η ίδια, δεν αντιμετώπιζε πρόβλημα με την καρδιά του. «Ημασταν μαζί στη συγκέντρωση. Ήτανε μια χαρά. Όταν έπεσαν τα χημικά, ένιωσε μια αδιαθεσία κι έφυγε προς το πάρκο», σημειώνει ο συνάδελφός του, οικοδόμος, Παναγιώτης Γκαρτζόνης.
«Τον πήγαν στην Αίγλη του Ζαππείου, επειδή κατέρρευσε από τα χημικά», προσθέτει ο γ.γ. της Ομοσπονδίας Οικοδόμων, Κώστας Χατζιάρας, που ήταν μαζί με τον Κοτσαρίδη στη διαδήλωση.
«Η επίθεση ήταν δολοφονική και προσχεδιασμένη από παρακρατικούς μηχανισμούς. Αρχικά μας έριχναν με πυροσβεστήρες για να μη βλέπει η περιφρούρηση, μετά μας πέταγαν σακούλες με χρώματα και στη συνέχεια μολότοφ μαζί με βροχή από αγκωνάρια».
Ο Δημήτρης, όπως αναφέρεται στο δημοσίευμα, γεννήθηκε στις Σάπες Ροδόπης και ήρθε στον Βύρωνα νεαρός. «Πάλευε για το σπίτι του σαν το θηρίο», μας λέει η κουνιάδα του. Το ίδιο θα μας πουν όλοι στη γειτονιά. Ήταν ένας άνθρωπος λεβέντης, ένας εξαιρετικός οικογενειάρχης, που για όλους γινόταν θυσία. Και στη δουλειά του πρώτος. Συνδικαλιστής από μικρός, ήταν γραμματέας του συνδικάτου οικοδόμων στον Βύρωνα. Η είδηση του θανάτου του έπεσε σαν βόμβα στη γειτονιά και στους συναδέλφους του.
Ειδικά στο καφενείο «Τρίγωνο», όπου και σύχναζε. «Μακάρι να υπήρχαν πολλοί Κοτσαρίδηδες», μονολογούσαν χθες όλοι οι φίλοι του. Άλλοι έκλαιγαν κάτω από το σπίτι του...
.