Πέμπτη 14 Οκτωβρίου 2010

Ολόκληρη η τελευταία επιστολή του Αλ. Κοντου στην Προανακριτική



ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΟΛΟΚΛΗΡΟ ΤΟ ΚΕΙΜΕΝΟ - ΝΤΟΚΟΥΜΕΝΤΟ ΠΟΥ ΑΠΕΣΤΕΙΛΕ Ο ΠΡΩΗΝ ΥΠΟΥΡΓΟΣ


Όπως είναι γνωστό, στις 11 Οκτωβρίου ο Βουλευτής Ξάνθης Αλέξανδρος Κοντός έστειλε μια νεα επιστολή στα μέλη της Προανακριτικής Επιτροπής, όπου κάνει λόγο για πολιτική του δίωξη, αντιδρά για τις διαρροές που κάνουν μέλη της, ζητά «δίκαιη και αντικειμενική αξιολόγηση» και υποστηρίζει ότι επιχειρειται η χειραγώγηση της κοινής γνώμης!

Αφορμή για την επιστολή αποτέλεσαν, σύμφωνα με τον κ. Κοντό, οι διαρροές στα μέσα ενημέρωσης, με ευθύνη μελών της Προανακριτικής Επιτροπής, οι οποίες τον εμφανίζουν να βρίσκεται ένα βήμα πριν το Δικαστικό Συμβούλιο. Για το λόγο αυτό, ο κ. Κοντός καταγγέλλει μέλη της Προανακριτικής για παράβαση των αρμοδιοτήτων τους και παραβίαση της αρχής μυστικότητας, αφήνοντας το ενδεχόμενο ακόμα και δικαστική προσφυγής εναντίον τους.


Ακολουθεί το περιεχόμενο της επιστολής που κατέθεσε στις 11 Οκτωβρίου 2010 ο Αλέξανδρος Κοντός στον Πρόεδρο της Ειδικής Κοινοβουλευτικής Επιτροπής για την διενέργεια Προκαταρκτικής Εξέτασης σχετικά με την υπόθεση της  Μονής Βατοπεδίου:



Αθήνα 11-10-2010


Κύριε Πρόεδρε,


Τις τελευταίες ημέρες γινόμαστε θεατές μίας ακόμη απόπειρας χειραγώγησης της κοινής γνώμης, καταπάτησης κάθε έννοιας Δικαίου και δημοκρατικής λειτουργίας της Επιτροπής σας μέσα από δηλώσεις και "διαρροές" μελών της, που προαναγγέλλουν την έκδοση παραπεμπτικού πορίσματος για κάποια από τα εμπλεκόμενα σε αυτή πολιτικά πρόσωπα, προφανώς χωρίς να έχουν διερευνηθεί διεξοδικά όλες οι πτυχές της υπόθεσης και χωρίς να έχουν ληφθεί ούτε κατ΄ ελάχιστον υπόψη τα όσα αναλυτικά κατέθεσαν οι πρώην Υπουργοί, για τους οποίους διερευνάτε την ύπαρξη ή μη ποινικών τους ευθυνών.


Προσωπικά εμφανίζομαι , με ευθύνη όσων μελών της Επιτροπής διοχετεύουν τέτοιου είδους πληροφορίες στα Μ.Μ.Ε. να βρίσκομαι ένα βήμα πριν το Δικαστικό Συμβούλιο, πολλές ημέρες πριν ακόμη λήξουν οι εργασίες της Επιτροπής σας.


Όλο το προηγούμενο διάστημα, δε, έγιναν από μέλη της Επιτροπής - κατά παράβαση των αρμοδιοτήτων τους - σωρεία δηλώσεων, αβάσιμων σε αρκετές περιπτώσεις, σε σχέση με την εν λόγω υπόθεση.


Είναι προφανές ότι ορισμένα μέλη της Επιτροπής είτε αγνοούν, είτε σκόπιμα παραβλέπουν ότι σύμφωνα με τα όσα ορίζονται από την παρ. 3 του άρθρου 86 του Συντάγματος, τα άρθρα 153 του Κανονισμού της Βουλής και το άρθρο 5 του Ν 3126/2003 η Προανακριτική Επιτροπή της Βουλής έχει όλες τις αρμοδιότητες του Εισαγγελέα Πρωτοδικών όταν αυτός ενεργεί προκαταρκτική εξέταση.


Οποιαδήποτε δημόσια τοποθέτηση, δήλωση ή "διαρροή" από την συγκεκριμένη θέση ευθύνης τους, έρχεται σε ευθεία αντίθεση με τους ορισμούς των άρθρων 31 και 241 Κ.Π.Δ, τα οποία ορίζουν ότι η προανακριτική έρευνα διέπεται από την αρχή της μυστικότητας της προδικασίας και σαφώς και βρίσκουν πεδίο εφαρμογής στην προκειμένη περίπτωση.


Όσον αφορά στην ουσία της υπόθεσης και με δεδομένη την "περιρρέουσα ατμόσφαιρα" που τεχνηέντως δημιουργείται ιδιαίτερα τις τελευταίες ημέρες, σας ζητώ :


Α. Να ληφθούν σοβαρά υπόψη κατά την κατάρτιση των πορισμάτων σας τα όσα εγγράφως κατέθεσα στην Επιτροπή σας. Ειδικότερα, τα εξής σημεία που με αφορούν:


* Κατά τους ελέγχους που έως τώρα έγιναν στις κινήσεις των λογαριασμών της Μονής δεν προέκυψε διαδρομή "μαύρου" πολιτικού χρήματος που να αφορά στο πρόσωπό μου ούτε κατ' ελάχιστον, ενώ σε κανένα σημείο της διερεύνησης της υπόθεσης από τη Δικαιοσύνη και τις Επιτροπές της Βουλής δεν απεδείχθη αξιόποινη ή παράτυπη ενέργεια μου που να οδηγεί στην συναγωγή συμπεράσματος περί δόλιας συμπεριφοράς από μέρους μου.


* Παραπέμφθηκα στην Προκαταρκτική Επιτροπή της Βουλής, για αναζήτηση ποινικών ευθυνών μου στην εν λόγω υπόθεση, με αυθαίρετα και άνευ λογικής βάσης συμπεράσματα, όπως αυτά απροκάλυπτα αναγράφονταν στο πόρισμα της Κοινοβουλευτικής πλειοψηφίας (1. Δηλώσεις της κατηγορούμενης Στ. Μαντέλη, 2. Δελτίο Τύπου του Υπουργείου Αγροτικής Ανάπτυξης, που όχι μόνο δεν απέκρυπτε αλλά δημοσιοποιούσε την κυβερνητική απόφαση περί των ανταλλαγών, 3. Υπόθεση Ουρανούπολης, την οποία γνωρίζετε ότι χειρίστηκε αποκλειστικά ο Υφυπουργός κ. Κιλτίδης, όπως επιβεβαιώνει και η επιστολή προς την 2η Εξεταστική Επιτροπή της Ειδικής Εφέτου Ανακρίτριας κ. Καλού, αλλά κυρίως όλα τα στοιχεία που έχετε στη διάθεσή σας και οι καταθέσεις όλων των μαρτύρων για το θέμα στη Δικαιοσύνη και στις Εξεταστικές Επιτροπές 4.Τη συμμετοχή μου σε συναντήσεις φορέων της περιοχής με πολιτικά πρόσωπα που κινούμασταν κατά των διεκδικήσεων της Μονής, 5. Τη συμμετοχή μου σε συσκέψεις φορέων της περιοχής μου στο Μητροπολιτικό Μέγαρο Ξάνθης για την εξεύρεση λύσης στο πρόβλημα).


*Κατηγορούμαι, επίσης, διότι ενέγραψα ένα "συμφωνώ" στην απολύτως σύννομη Κοινή Υπουργική Απόφαση των συναδέλφων μου κου Μπασιάκου και κου Δούκα, το οποίο όμως σύμφωνα με όλα τα νομικά δεδομένα δεν παρήγαγε ούτε μπορούσε να παράξει έννομα αποτελέσματα. Παρότι η εν λόγω καθ' όλα νόμιμη Απόφαση δεν αφορούσε θέματα αρμοδιότητάς μου, είναι γνωστό ότι έδινε λύση σε ένα μείζον κοινωνικό θέμα της περιοχής μου της Θράκης, στη λύση του οποίου επιθυμούσα, όπως είναι ευνόητο και λογικό, να έχω συμμετοχή.


Πέραν αυτού, γνωρίζετε ότι δεν υπάρχει καμία απολύτως υπογραφή μου σε οποιοδήποτε έγγραφο που έχει σχέση με την υπόθεση, ότι δε ζήτησα και δεν έκανα αποδεκτή με υπογραφή μου καμία σχετική Γνωμοδότηση και ότι ουδείς κατέθεσε ότι έλαβε εντολή από εμένα για διενέργεια αξιόποινων πράξεων.


*Επίσης, γνωρίζετε από τα πρακτικά της Εξεταστικής Επιτροπής, ότι αντιτάχθηκα στις αξιώσεις που ήγειρε η Ιερά Μονή και ουδέποτε παρέκκλινα, ούτε κατ' ελάχιστον, της πορείας μου αυτής. Ουδείς μάρτυρας κατέθεσε ότι είχα οποιαδήποτε σχέση ή συνάντηση ή κάθε άλλου τύπου επαφή με τους εκπροσώπους της Μονής, ενώ και οι ίδιοι οι Εφραίμ και Αρσένιος, καταθέτοντας ενώπιον της Εξεταστικής Επιτροπής, έχουν δηλώσει ότι ούτε τυχαία δεν ήθελαν να με συναντήσουν, πόσο μάλλον να προχωρήσω σε πράξεις που θα ευνοούσαν τα συμφέροντα τους.


Β) Να εγκαταλείψετε τη σπουδή που επιδεικνύετε στην έκδοση πορίσματος, πριν ακόμη πραγματοποιηθεί αξιόπιστη επανεκτίμηση των ακινήτων που αντηλλάγησαν, εφόσον η Επιτροπή αρνείται να λάβει υπόψη τις τέσσερις εκτιμήσεις που έχει στη διάθεσή της (χωρίς όμως και ανοιχτά να τις αμφισβητήσει) και οι οποίες αποδεικνύουν ότι από τις ανταλλαγές δεν προέκυψε ζημία για το Ελληνικό Δημόσιο.


Προκαλεί εξ άλλου εύλογα ερωτήματα το γεγονός ότι, όπως πληροφορούμαι, ακόμη δεν ανατέθηκαν οι επανεκτιμήσεις στους διεθνείς και ελληνικούς Εκτιμητικούς Οίκους, που η Επιτροπή επέλεξε.


Ωστόσο, μέλη της Επιτροπής σας συνεχίζουν να επικαλούνται δημοσίως "εκτιμήσεις" των - εντελώς αναρμόδιων με βάση το νόμο - επιθεωρητών του Υπουργείου Οικονομικών, οι οποίοι σαφώς - όπως και οι ίδιοι αναφέρουν στο πόρισμα τους - δεν έχουν την τεχνογνωσία, αλλά ούτε την αρμοδιότητα σύμφωνα με το Ν2753/1999 παρ. 3αρ.22, να προσδιορίζουν ζημία από τις ανταλλαγές.


Σας υπενθυμίζω ότι πριν μερικούς μήνες το Υπουργείο Οικονομικών αρνήθηκε (λόγω μη αρμοδιότητας) να προχωρήσει σε επανεκτίμηση της αξίας των ακινήτων που αντηλλάγησαν, απαντώντας σε σχετικό αίτημα του Προέδρου της προηγούμενης Εξεταστικής κ. Μπετενιώτη. Ως εκ τούτου, είναι επιστημονικά, μεθοδολογικά απαράδεκτη και μετά βεβαιότητας καταλήγουσα σε εσφαλμένα συμπεράσματα και παράνομη κάθε απόπειρα "αξιολόγησης" της ορθότητας των εκτιμήσεων που πραγματοποιήθηκαν από το ΣΟΕ, δια της μεθόδου των συγκρίσεων των εκτιμήσεων, με τις εκάστοτε ισχύουσες «αντικειμενικές αξίες» ή με μεθόδους προσδιορισμού αξιών άλλων από αυτές που επιβάλλει η εκτιμητική επιστήμη και τα διεθνώς επιβαλλόμενα και τιθέμενα πρότυπα αυτής.


Σας υπενθυμίζω ότι η πρακτική αυτή υιοθετήθηκε από την Κοινοβουλευτική πλειοψηφία στα συμπεράσματά της, με βάση τα οποία τελικά παραπέμφθηκαν στην Επιτροπή σας για διερεύνηση ποινικών ευθυνών πρώην Υπουργοί.


Η παραπομπή έγινε με το αυθαίρετο, παράνομο (Ν2753/1999 παρ.3 αρ. 22) και χωρίς επιστημονική τεκμηρίωση συμπέρασμα περί ύπαρξης ζημίας σε βάρος του Ελληνικού Δημοσίου της τάξης του 1 δισ. Ευρώ.


Γ) Τις τελευταίες ημέρες μέλη της Επιτροπής σας υιοθετούν δημοσίως την εξίσου αυθαίρετη εκτίμηση, που προσδιορίζει ζημία της τάξης των 110 εκατ. Ευρώ και η οποία υπολογίζεται με βάση τον πρωτάκουστο ισχυρισμό ότι η Λίμνη Βιστωνίδα ανήκε στο Ελληνικό δημόσιο, όταν έγιναν οι ανταλλαγές.


Οφείλω να σας υπενθυμίσω ότι μόλις πρόσφατα το Ελληνικό Δημόσιο έχει καταθέσει ενώπιον του Πολυμελούς Πρωτοδικείου Αθηνών αγωγή του κατά της Ιεράς Μονής Βατοπαιδίου, με την οποία αιτείται μεταξύ άλλων ν' αναγνωριστεί ότι ουδέποτε η Ιερά Μονή Βατοπαιδίου είχε την κυριότητα της λίμνης Βιστωνίδας.


Η αγωγή αυτή έχει προσδιοριστεί να συζητηθεί στις 18.01.2011 στο Πολυμελές Πρωτοδικείο Αθηνών.


Συνεπώς σε ποια κυριότητα του ελληνικού δημοσίου στηρίζεται το παραπάνω συμπέρασμα, όταν τώρα το Δημόσιο ξεκίνησε να διεκδικεί την κυριότητα δικαστικά;


Αν το Δημόσιο είχε κυριότητα επί της λίμνης, ποιος ο λόγος να κάνει αγωγή για να την διεκδικήσει;


Ο συλλογισμός αυτός είναι αυθαίρετος, δεδομένου ότι η Λίμνη είχε κατοχυρωθεί υπέρ της Μονής με Γνωμοδοτήσεις που απεδέχθησαν οι Υπουργοί, Δρυς και Φωτιάδης και μάλιστα το 2003 μεταβιβάστηκε από το Ελληνικό δημόσιο στη Μονή Βατοπεδίου με Πρωτόκολλο Παράδοσης και Παραλαβής, βάσει του οποίου έγινε και η μεταγραφή της δικαιοπραξίας και της παραχώρησης της Λίμνης στην Μονή, στα οικεία Υποθηκοφυλακεία.


Σας υπενθυμίζω ειδικότερα:


Με την υπ' αριθ. 26/1998 γνωμοδότησή του το Γνωμοδοτικό Συμβούλιο Δημοσίων Κτημάτων δέχεται, για πρώτη φορά, ότι το Δημόσιο δεν δικαιούται να προβάλλει δικαιώματα κυριότητας επί της νησίδας Μπουρού στη λίμνη Βιστωνίδα. Με απόφαση του Υφυπουργού Οικονομικών Γιώργου Δρυ, που εκδόθηκε την 5η Φεβρουαρίου 1999, η γνωμοδότηση του Συμβουλίου Δημοσίων Κτημάτων γίνεται δεκτή.


Με την υπ' αριθ. 17/2002 γνωμοδότηση του το Γνωμοδοτικό ΣΔΚ, γνωμοδοτεί ότι το Δημόσιο δεν δικαιούται να προβάλλει δικαιώματα κυριότητας επί των παραλίμνιων εκτάσεων 25.000 στρεμμάτων, επί των νησίδων Αγίου Νικολάου και Παναγίας Παντανάσσης στη λίμνη Μπουρού, οι οποίες -ΑΠΟΦΑΙΝΕΤΑΙ οριστικά ότι «ανήκουν εξ ολοκλήρου στη Μονή Βατοπεδίου».


Η γνωμοδότηση γίνεται δεκτή με την από 5-8-2002 απόφαση του Υφυπουργού Οικονομικών Απόστολου Φωτιάδη.


Με νέα γνωμοδότηση του και δη την υπ' αριθ. 46/2002 το πιο πάνω Γνωμοδοτικό Συμβούλιο επεκτείνει και άλλο τις γαίες της Μονής Βατοπεδίου. Αποφαίνεται ότι το Δημόσιο δεν δικαιούται να προβάλλει δικαιώματα κυριότητας επί της λίμνης Βιστωνίδας και στις όχθες της (παραλίμνια), οι οποίες «ανήκουν εξ ολοκλήρου στη Μονή Βατοπεδίου.


Ο ίδιος Υφυπουργός (Απ. Φωτιάδης) με την από 4-6-2003 απόφαση του κάνει δεκτή και τη νέα γνωμοδότηση.


Με δύο πρωτόκολλα παραδόσεως που υπογράφηκαν στις 11-12-2002 και 25-06-2003 μεταξύ της Κτηματικής Υπηρεσίας Ξάνθης και της Μονής παραδόθηκαν στη Μονή μέρος των παραλίμνιων εκτάσεων, καθώς και η λίμνη Βιστωνίδα.


Ο Υφυπουργός Οικονομικών Απόστολος Φωτιάδης, αναπέμπει στις 30-10-2003 το θέμα στο Γνωμοδοτικό Συμβούλιο και ζητά την επανεξέταση του, χωρίς να ανακαλεί την προηγούμενη απόφαση του και χωρίς να προσβάλλει την εκχώρηση της λίμνης και των παραλίμνιων εκτάσεων στην Μονή.


Επί της αναπομπής του κου Φωτιάδη, ακολούθησε η έκδοση της υπ' αριθμόν 26/2004 ομόφωνης γνωμοδότησης του Γνωμοδοτικού Συμβουλίου, η οποία εξεδόθη συνεπεία της κατά τα ανωτέρω από 30.10.03 αιτήσεως επανεξέτασης του κ. Φωτιάδη.


Με την εν λόγω γνωμοδότηση εγένετο δεκτό ότι δεν συνέτρεχε λόγος επανεξετάσεως των προηγούμενων τριών γνωμοδοτήσεων ελλείψει νεώτερων στοιχείων.






Κατόπιν όλων αυτών,


Σας καλώ με το Πόρισμά σας να διαφυλάξετε τη δίκαιη και αντικειμενική αξιολόγηση της υπόθεσης και να κρίνετε με βάση την συνείδηση σας και, κυρίως, με βάση το αποδεικτικό υλικό που συγκεντρώθηκε κατά την διάρκεια της συνολικής διερεύνησης της, αποτινάσσοντας κάθε δέσμευση που σας δημιουργεί η περιρρέουσα ατμόσφαιρα ή η κομματική σκοπιμότητα.


Επίσης, σας ζητώ να αποτρέψετε δημόσιες δηλώσεις και τοποθετήσεις, δια των οποίων δημοσιοποιούνται απαραδέκτως και παρανόμως αποδεικτικά στοιχεία που προέκυψαν στην διάρκεια της προκαταρκτικής (ανακριτικής) διαδικασίας και των οποίων λάβατε γνώση ως εκ της ιδιότητας σας ως μελών της Επιτροπής, καθώς και την δημόσια ερμηνεία και αξιολόγηση των στοιχείων αυτών, αλλά και την συναγωγή αυθαίρετων συμπερασμάτων τα οποία εξυπηρετούν σκοπιμότητες μη συνάδουσες με το καθήκον της Επιτροπής.


Θεωρώ ότι η τυχόν παραπομπή μου σε Δικαστικό Συμβούλιο χωρίς ίχνος ενδείξεων για αξιόποινες πράξεις, οι οποίες προφανώς όλως αβάσιμα μου αποδίδονται, συνιστά εμφανέστατη πολιτική δίωξη εις βάρος μου και ως εκ τούτου ρητώς επιφυλάσσομαι παντός νομίμου σχετικού δικαιώματός μου.






Αλέξανδρος Κοντός