Μια ξεχωριστή άποψη από τον κοσµήτορα της Σχολής Επιστηµών Αγωγής στο Πανεπιστήµιο Θράκης Θωµά Βουγιουκλή
Ποιες είναι οι παράµετροι που πρέπει να καθοριστούν προτού αρχίσει ο διάλογος για αλλαγές στην Τριτοβάθµια Εκπαίδευση;
ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΤΟ ΑΡΘΡΟ ΠΟΥ ΔΗΜΟΣΙΕΥΘΗΚΕ ΣΤΑ "ΝΕΑ"
Η Παιδεία διακρίνεται από µια ασάφεια στο µέτρο και στη µορφή, εποµένως δύσκολα επιδέχεται ένα µαθηµατικό πρότυπο (µοντέλο) έστω και ασαφές (fuzzy). Αντίθετα η εκπαίδευση έχει µέτρο και µορφή, άρα επιδέχεται µαθηµατικά πρότυπα, εποµένως ορθώς τίθεται το θέµα της αναζήτησης του κατάλληλου µοντέλου εκπαίδευσης σε όλες τις βαθµίδες της. Η συζήτηση περί του εκπαιδευτικού µοντέλου προϋποθέτει και τον καθορισµό των παραµέτρων του προβλήµατος καθώς και των ορίων τα οποία τίθενται στις παραµέτρους. Εποµένως για να αρχίσει µια διαβούλευση, συζήτηση, πρέπει εξ αρχής να τεθούν σαφώς οι παράµετροι και τα όριά τους, διαφορετικά όταν δεν τίθενται οι παράµετροι τότε η συζήτηση γίνεται ασαφής και ο εκτροχιασµός της κανόνας αφού τα συµπεράσµατα είναι έωλα. Τα µαθηµατικά πρότυπα τα οποία θα αναδειχθούν είναι περισσότερα του ενός και συνήθως αναζητείται και προκρίνεται το βέλτιστο, πάντα ως προς τις παραµέτρους οι οποίες τίθενται. Μετά από τις παραπάνω γενικές διευκρινίσεις, µπορούµε να εστιάσουµε την προσοχή µας στη συζήτηση περί του εκπαιδευτικού συστήµατος το οποίο αφορά στην Ανώτατη κυρίως Εκπαίδευση και προφανώς στη µετεκπαίδευση. Ποιες παραµέτρους έχουµε; Η «βελτίωση της εκπαίδευσης», η «σύνδεσή της µε την αγορά εργασίας», η «αποφυγή της υποβάθµισης της εκπαίδευσής µας», «είναι ανάγκη επιβίωσης της Ελλάδας µας οι αλλαγές στην εκπαίδευση» και λοιπά δεν µπορούν να αποτελούν µε κανέναν τρόπο παραµέτρους συζήτησης διότι είναι λόγια αόριστα, ασαφή... αµέτρητα (= µη µετρήσιµα!). Είναι λόγια του καφενείου (καπνιζόντων και µη) και αποσκοπούν µόνο στη «διασκέδαση», µε την αρχική σηµασία της λέξης, εποµένως δεν µπορούν οι σκέψεις αυτού του τύπου να οδηγήσουν σε «σύγκλιση», άρα στην εύρεση λύσης ή λύσεων. Συνεπώς, κατά τη γνώµη µου, διατυπώσεις όπως οι παραπάνω πρέπει να απουσιάζουν τελείως από έναν διάλογο περί εκπαίδευσης για να υπάρξει αποτέλεσµα και να προκύψουν προτάσεις µοντέλων. Παραδείγµατα παραµέτρων οι οποίες θα µπορούσαν να τεθούν, µε τους περιορισµούς τους, είναι: «Οι δαπάνες οι οποίες διατίθενται για την εκπαίδευση», «ο αριθµός των χορηγούµενων πτυχίων ή διπλωµάτων», «ο χρόνος ενασχόλησης των φοιτητών για τη λήψη πτυχίου», «το εξεταστικό σύστηµα και η αξιολόγηση της αποθησαυρισµένης γνώσης», «βιογραφικό, µοριοδότηση, ταξινόµηση και καταγραφή πιστοποιήσεων, παρακολουθήσεων επιµορφώσεων, διαµορφώσεων και παραµορφώσεων» και άλλες. Για να µην εκληφθούν οι παραπάνω σκέψεις ως αοριστολογίες, ας παραθέσω εν συντοµία ένα συγκεκριµένο παράδειγµα το οποίο είναι επίκαιρο και εφαρµόσιµο µε τη σηµερινή κατάσταση των πανεπιστηµίων.
Το µοντέλο το οποίο προτείνω ως παράδειγµα δεν το υιοθετώ, ούτε θα µπορούσα να το αποδεχθώ ως ακαδηµαϊκός δάσκαλος και ερευνητής, διότι δεν εφάπτεται καν της Παιδείας αλλά ούτε και της έρευνας. Παρ’ όλα αυτά, δεν αποκλείω τελικά να οδηγηθούµε σε εντελώς ανάλογο µοντέλο! Παράδειγµα φθηνού µοντέλου λειτουργίας των πανεπιστηµίων(περίπου στο 20% της συνολικής δαπάνης του σηµερινού µοντέλου)
1Δηµιουργία σχολών ως κυρίων ακαδηµαϊκών µονάδων αντί τµηµάτων. Κάθε σχολή πρέπει να έχει τουλάχιστον 100 µέλη ΔΕΠ και κάθε ΑΕΙ δεν µπορεί να περιέχει περισσότερες από πέντε σχολές. Η σχολή διαιρείται σε τοµείς για την καλύτερη διεκπεραίωση του ερευνητικού και εκπαιδευτικού έργου.
2Θεσµοθετείται το προκαταρκτικό έτος σπουδών το οποίο είναι ελεύθερο σε όλους τους πολίτες. Προσφέρει σειρές µαθηµάτων τα οποία ορίζονται από τη σχολή και ως σκοπό έχουν την απόκτηση των απαραίτητων γνώσεων, όπως η σχολή το ορίζει. Η αξιολόγηση των γνώσεων των φοιτητών του προκαταρκτικού έτους οδηγεί στην επιλογή των φοιτητών στις κατευθύνσεις.
3Η σχολή καθορίζει τις κατευθύνσεις µε συγκεκριµένα προγράµµατα σπουδών, που οδηγούν σε πτυχία ή διπλώµατα και τη διάρκειά τους – δύο ή τρία έτη. Επίσης ορίζει τον αριθµό των φοιτητών κάθε κατεύθυνσης και καθορίζει τον τρόπο επιλογής τους.
4Η σχολή καθορίζει τις κατευθύνσεις µεταπτυχιακών σπουδών και τον αριθµό των µεταπτυχιακών φοιτητών κάθε κατεύθυνσης οι οποίες οδηγούν σε µεταπτυχιακό τίτλο σπουδών (Μaster) και τη διάρκειά τους – ένα ή δύο έτη. Η σχολή χορηγεί διδακτορικό δίπλωµα µε τον ίδιο τρόπο όπως σήµερα, δηλαδή το τµήµα. Σε κάθε κατεύθυνση υπάρχει ανώτερο χρονικό όριο ολοκλήρωσης των σπουδών.
5Τα συγγράµµατα τα οποία χρησιµοποιούνται στο προκαταρκτικό έτος είναι αποκλειστικά σε ηλεκτρονική µορφή. Στα υπόλοιπα έτη προπτυχιακών σπουδών µπορεί να διατίθενται σε έντυπη µορφή δωρεάν. Η δωρεάν σίτιση και στέγαση αναφέρεται µόνο στις προπτυχιακές και µεταπτυχιακές σπουδές εκτός του εισαγωγικού έτους το οποίο µπορεί, ενδεχοµένως, να γίνεται µόνο µία φορά.
Αν, εποµένως, κάποια κυβέρνηση επιθυµεί αποκλειστικά ένα οικονοµικό µοντέλο θα µπορούσε να χρησιµοποιήσει το παραπάνω ή ανάλογο. Αρκεί να µην αναφέρεται σε Παιδεία και τα σχετικά καλλωπιστικά στοιχεία τα οποία µπορεί να διατυπωθούν σε κάθε µοντέλο. Ο ισχυρισµός µου ότι το κόστος ενός τέτοιου µοντέλου είναι στο 20% των όσων διατίθενται σήµερα στην Παιδεία, µε όρους αγοράς έχει 80% έκπτωση(!), µπορεί να τεκµηριωθεί αν αναλογισθεί κανείς στοιχεία όπως τα ακόλουθα: σηµαντική ελάττωση του αριθµού των φοιτητών αφού οι σχολές θα δέχονται µόνο αυτούς τους οποίους µπορούν οι ίδιες να εκπαιδεύσουν, µηδενισµός του κόστους των Πανελλαδικών Εξετάσεων, πάγωµα για τουλάχιστον 10 χρόνια στους διορισµούς καθηγητών.
Αν επιπλέον οι υποχρεώσεις διδασκαλίας των καθηγητών αυξηθούν από «τουλάχιστον 6» σε «τουλάχιστον 12», ελαττώνεται η ανάγκη νέου προσωπικού. Ανακεφαλαιώνοντας: είναι φανερό ότι υπάρχει πλήθος µοντέλων, αρκεί να καθοριστούν οι συνθήκες και τα δεδοµένα. Το παραπάνω είναι απλώς η σκιαγράφηση ενός ρεαλιστικού µοντέλου, κυρίως από όσους δεν αντιλαµβάνονται τον όρο Παιδεία αλλά µιλούν γι’ αυτήν. Κατά την ταπεινή µου γνώµη, η οποία στηρίζεται και στην άνω των 35 χρόνων διδασκαλία στο Πανεπιστήµιο, αυτό είναι ένα ανάλγητο µοντέλο µεν, εν όψει δε.
Πηγή: http://www.tanea.gr/