Κυριακή 10 Ιουνίου 2012

Ενα πόνημα για τα κουρεία από την Αθήνα ως την Κομοτηνή


«Τα μπαρμπέρικα. Η πορεία τους στο πέρασμα του χρόνου και αφηγήσεις κουρέων» της λαογράφου Ζωής Ε. Ρωπαΐτου, που κυκλοφόρησε τελευταία από τις εκδόσεις Φιλιππότη


     ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΑΝΑΛΥΤΙΚΑ







«Από το 1930 ώς το 1958 ήτανε της μόδας το “ιταλικό” κούρεμα. Αρκετό μαλλί επάνω και κοντά τα περιγράμματα. Οπως στην ταινία “Νονός” το κούρεμα του Αλ Πατσίνο και του Ρόμπερτ ντε Νίρο. Από το 1958 έως το 1968 ήταν της μόδας το κλασικό κούρεμα, πολύ κοντά τα μαλλιά. Τότε κουρεύονταν κάθε Σάββατο. Επρεπε να είναι φρεσκοκουρεμένοι». Η αφήγηση ανήκει στον Κωνσταντίνο Σάρρα, ο οποίος είχε κουρείο στο Βύρωνα.

Ο παλαιός κάτοικος Ρουφ, Απόστολος Σταμπόλης, θυμάται τα περί ξυρίσματος: «Οι άνδρες τη δεκαετία του ’50 δεν ξυρίζονταν σπίτι. Πήγαιναν στο κουρείο. Το απολάμβαναν. Τα Σάββατα, από το πρωί μέχρι το βράδυ, το “Υποβρύχιο” (ιστορικό καφενείο στο Ρουφ) ήταν γεμάτο. Πήγαιναν εκεί, παίζανε πρέφα και τη διέκοπταν για ένα καλό κούρεμα ή ξύρισμα ή και τα δύο, στο γειτονικό κουρείο του Μάριου Μακαρατζή».

Και οι δύο αφηγήσεις προέρχονται από το ίδιο βιβλίο: «Τα μπαρμπέρικα. Η πορεία τους στο πέρασμα του χρόνου και αφηγήσεις κουρέων» της λαογράφου Ζωής Ε. Ρωπαΐτου, που κυκλοφόρησε τελευταία από τις εκδόσεις Φιλιππότη.

Σχεδόν όλα τα παραδοσιακά κουρεία του αθηναϊκού κέντρου, μα και του ευρύτερου λεκανοπεδίου, περιλαμβάνονται σε αυτό το ιδιαίτερο πόνημα (συν κάμποσα της επαρχίας, από την Αργολίδα μέχρι την Κομοτηνή). Μια γυναίκα λοιπόν σε ένα κατεξοχήν ανδρικό σύμπαν – το οποίο όμως χάνεται. Η Ζωή Ρωπαΐτου, γέννημα– θρέμμα Αθηναία (γεννήθηκε και μεγάλωσε στα όρια μεταξύ Ρουφ και Βοτανικού – και έχει αφιερώσει δύο βιβλία της στην περιοχή αυτή, καθώς και στον ιστορικό Ελαιώνα), διασώζει μια παράδοση που σβήνει και καταγράφει την εξέλιξή της. Για τη συγγραφή του βιβλίου, η Ζωή Ρωπαΐτου χτύπησε πόρτες και συνομίλησε με πολλούς κουρείς της Αθήνας. Υπό μία έννοια, τα «Μπαρμπέρικά» της είναι η μη μυθοπλαστική εκδοχή του μυθιστορήματος «Η μυρωδιά τους με κάνει να κλαίω» του Μένη Κουμανταρέα.


«Ξύριζα τον παππού»
Οπως γράφει στον πρόλογό της, κάθε Σάββατο η Ζωή Ρωπαΐτου έπαιρνε τους αθηναϊκούς δρόμους και διέσωζε τις φωνές των παλαιών μπαρμπέρικων. Εμείς τη συναντήσαμε στην παλαιά ταβέρνα του «Λελούδα», στον Βοτανικό, και τη ρωτήσαμε πώς ξεκίνησε αυτή η περιπέτεια. «Ως λαογράφος, με θητεία πολλών ετών στο Κέντρο Λαογραφίας της Ακαδημίας Αθηνών, η δουλειά μου είναι να προσπαθώ να διασώσω ό,τι κινδυνεύει με εξαφάνιση. Τα γνήσια μπαρμπέρικα είναι πολύ λίγα πια, οπότε εύλογα αποτέλεσε αντικείμενο έρευνας για μένα. Ωστόσο, το κίνητρο είναι πιο προσωπικό, και μιλώ γι’ αυτό στον πρόλογο. Εγώ η ίδια ξύριζα τον παππού μου, τον πατέρα του πατέρα μου. Είδα κάποια στιγμή ότι δεν ξυριζόταν καλά όταν γέρασε πολύ και του υποσχέθηκα ότι θα τον ξυρίζω κάθε Σάββατο, όπως και έγινε. Επειτα, ο αδελφός μου είχε εργαστεί σε κουρείο στον Βοτανικό, ενώ και ο πατέρας ενός στενού μου φίλου μεγάλωσε και τα τέσσερα παιδιά του με το ψαλίδι. Ετσι ξεκίνησε αυτή η περιπέτεια. Εστίασα στα αθηναϊκά κουρεία, όμως βγήκα και στην επαρχία. Επίσης, έδωσα έμφαση στα παλαιότερα κουρεία, ωστόσο, έχω καλύψει και την εξέλιξη, πώς φτάσαμε δηλαδή στα σημερινά κομμωτήρια. Ουσιαστικά, με τον Βιντάλ Σασούν ξεκίνησε, τη δεκαετία του ’60, η λογική του κομμωτηρίου. Είχε κάνει μια τομή στην κομμωτική, ανδρών και γυναικών, σε μια κομβική εποχή, κατά την οποία τα μαλλιά μάκραιναν και στους άνδρες. Μέσα από τις αφηγήσεις των κουρέων, παλαιότερων και νεότερων, αυτή η εξέλιξη βγαίνει στο βιβλίο».

Το πλούσιο φωτογραφικό υλικό του βιβλίου, τα αποσπάσματα των μυθιστορημάτων, τα ποιήματα, αλλά κυρίως οι πρωτοπρόσωπες αφηγήσεις, μας δίνουν μια ξεχασμένη πτυχή της Αθήνας, αναβιώνουν έναν χώρο αρσενικής συνάθροισης και φλυαρίας, που όπως φαίνεται και από ορισμένες μαρτυρίες, συνδυαζόταν με το παραδοσιακό καφενείο, άλλη ανδροκρατούμενη επικράτεια.


Σημεία αναφοράς
Μικροί πλανήτες γεμάτοι ζωή, τα ανδρικά κουρεία έλκυαν γύρω τους δορυφόρους, ανθρώπους, ανώνυμους και αφανείς, μα και επώνυμους. Σημεία αναφοράς, γύρω από τα οποία ζωντάνευαν γειτονιές και μικρά στενά, δρόμοι και λεωφόροι, σπίτια και ολόκληρα οικοδομικά τετράγωνα. Πλατεία Εξαρχείων, Στοά Λυκούργου, Μάρκου Μουσούρου, Βερανζέρου, Κουρείο της Λέσχης Αποστράτων Αξιωματικών (Ακαδημίας και Χαριλάου Τρικούπη, ημιώροφος), Γκάζι, Κυψέλη, πλατεία Κοτζιά, Πλάκα, αλλά και Περιστέρι, Γουδί, Νέα Σμύρνη, Ζωγράφου, Χολαργός, μια άλλη, άγνωστη, μα πολύ συναρπαστική ιστορία της Αθήνας ζωντανεύει μέσα από αυτές τις αφηγήσεις–ψηφιδωτά.


Πηγή:  http://www.kathimerini.gr/