ΑΡΘΡΟ του
Άκη Γεροντόπουλου,
αν. εκπροσώπου της ΝΔ
και πρ. βουλευτή Εβρου
Οι νέοι πειραματισμοί της κυβέρνησης του ΠΑΣΟΚ στο χώρο της Παιδείας, δευτεροβάθμιας και τριτοβάθμιας αποτελούν ένα μικρό δείγμα του επιπόλαιου και παρορμητικού τρόπου με τον οποίο σε αυτή τη χώρα επιχειρούμε να δώσουμε λύσεις σε μείζονα προβλήματα.
Η Παιδεία, επειδή πάντοτε υπήρξε πεδίο πολλών συγκρούσεων, είχε χαρακτηρισθεί από όλους τους εμπλεκομένους και, κυρίως από τους πολιτικούς, εθνικό πρόβλημα. Φαντασθείτε δηλαδή να μην ήταν εθνική υπόθεση, τι μεταχείριση θα της επιφυλασσόταν.
Τα πάντα ξεκινούν από την παράλειψη δύο αυτονόητων αρχών, επί των οποίων θα έπρεπε να στηρίζεται κάθε προσπάθεια που θα είχε ως στόχο την επίλυση των προβλημάτων της Παιδείας και την αναβάθμισή της.
Η μία αυτονόητη αρχή είναι η ανάγκη συνεννόησης. Μιας συνεννόησης η οποία κατ΄ αρχάς θα περιελάμβανε τα πολιτικά κόμματα, ώστε να δημιουργηθεί ένα όσο το δυνατόν πιο συναινετικό πλαίσιο λειτουργίας του εκπαιδευτικού συστήματος.
Έτσι θα εξασφαλιζόταν η διαχρονικότητα του συστήματος, ώστε να μην είχε το δικαίωμα, το κάθε κόμμα που έρχεται στην εξουσία, να πειραματίζεται σεβάρος των σπουδαστών, με την ματαιόδοξη προοπτική να «γράψει ιστορία» στα εκπαιδευτικά χρονικά της χώρας.
Επίσης η διακομματική συνεννόηση και η συναινετική εφαρμογή μιας εκπαιδευτικής μεταρρύθμισης έγκειται στο γεγονός ότι μία μεταρρύθμιση που έχει την συναίνεση της πλειοψηφίας των κομμάτων είναι φυσικό να έχει και τις δυνατότητες μιας μεγαλύτερης αντίστασης στις όποιες αντιδράσεις εκείνων που η αναπροσαρμογή του γενικότερου πλαισίου της Παιδείας θα τους ξεβόλευε.
Η δεύτερη αυτονόητη πλην παραλειπόμενη αρχή είναι ότι πρέπει κάθε επιχειρούμενη εκπαιδευτική μεταρρύθμιση να περιλαμβάνει και μία συνεννόηση με τους αμέσως ενδιαφερομένους φορείς, που είναι η εκπαιδευτική κοινότητα.
Το ερώτημα γιατί ουδέποτε έχουν γίνει αυτά θα πρέπει να απευθυνθεί στο ΠΑΣΟΚ, που σε ανύποπτο χρόνο εισήγαγε την πολιτική στα σχολεία, όχι ως αναγκαίο στοιχείο μορφωτικής αναβάθμισης των σπουδαστών αλλά ως εργαλείο κομματικής εκμετάλλευσης.
Όταν δηλαδή «αντιμετώπισε» και τα Σχολεία, ως φυτώριο ψηφοφόρων ή και στελεχών ακόμη, για το ΠΑΣΟΚ του μέλλοντος. Και όταν χρησιμοποίησε την συνεννόηση, όπως έκανε πρόσφατα, ως άλλοθι των παρεμβάσεων του που τελικό στόχο είχαν την χειραγώγηση της εκπαίδευσης.
.
Άκη Γεροντόπουλου,
αν. εκπροσώπου της ΝΔ
και πρ. βουλευτή Εβρου
Οι νέοι πειραματισμοί της κυβέρνησης του ΠΑΣΟΚ στο χώρο της Παιδείας, δευτεροβάθμιας και τριτοβάθμιας αποτελούν ένα μικρό δείγμα του επιπόλαιου και παρορμητικού τρόπου με τον οποίο σε αυτή τη χώρα επιχειρούμε να δώσουμε λύσεις σε μείζονα προβλήματα.
Η Παιδεία, επειδή πάντοτε υπήρξε πεδίο πολλών συγκρούσεων, είχε χαρακτηρισθεί από όλους τους εμπλεκομένους και, κυρίως από τους πολιτικούς, εθνικό πρόβλημα. Φαντασθείτε δηλαδή να μην ήταν εθνική υπόθεση, τι μεταχείριση θα της επιφυλασσόταν.
Τα πάντα ξεκινούν από την παράλειψη δύο αυτονόητων αρχών, επί των οποίων θα έπρεπε να στηρίζεται κάθε προσπάθεια που θα είχε ως στόχο την επίλυση των προβλημάτων της Παιδείας και την αναβάθμισή της.
Η μία αυτονόητη αρχή είναι η ανάγκη συνεννόησης. Μιας συνεννόησης η οποία κατ΄ αρχάς θα περιελάμβανε τα πολιτικά κόμματα, ώστε να δημιουργηθεί ένα όσο το δυνατόν πιο συναινετικό πλαίσιο λειτουργίας του εκπαιδευτικού συστήματος.
Έτσι θα εξασφαλιζόταν η διαχρονικότητα του συστήματος, ώστε να μην είχε το δικαίωμα, το κάθε κόμμα που έρχεται στην εξουσία, να πειραματίζεται σεβάρος των σπουδαστών, με την ματαιόδοξη προοπτική να «γράψει ιστορία» στα εκπαιδευτικά χρονικά της χώρας.
Επίσης η διακομματική συνεννόηση και η συναινετική εφαρμογή μιας εκπαιδευτικής μεταρρύθμισης έγκειται στο γεγονός ότι μία μεταρρύθμιση που έχει την συναίνεση της πλειοψηφίας των κομμάτων είναι φυσικό να έχει και τις δυνατότητες μιας μεγαλύτερης αντίστασης στις όποιες αντιδράσεις εκείνων που η αναπροσαρμογή του γενικότερου πλαισίου της Παιδείας θα τους ξεβόλευε.
Η δεύτερη αυτονόητη πλην παραλειπόμενη αρχή είναι ότι πρέπει κάθε επιχειρούμενη εκπαιδευτική μεταρρύθμιση να περιλαμβάνει και μία συνεννόηση με τους αμέσως ενδιαφερομένους φορείς, που είναι η εκπαιδευτική κοινότητα.
Το ερώτημα γιατί ουδέποτε έχουν γίνει αυτά θα πρέπει να απευθυνθεί στο ΠΑΣΟΚ, που σε ανύποπτο χρόνο εισήγαγε την πολιτική στα σχολεία, όχι ως αναγκαίο στοιχείο μορφωτικής αναβάθμισης των σπουδαστών αλλά ως εργαλείο κομματικής εκμετάλλευσης.
Όταν δηλαδή «αντιμετώπισε» και τα Σχολεία, ως φυτώριο ψηφοφόρων ή και στελεχών ακόμη, για το ΠΑΣΟΚ του μέλλοντος. Και όταν χρησιμοποίησε την συνεννόηση, όπως έκανε πρόσφατα, ως άλλοθι των παρεμβάσεων του που τελικό στόχο είχαν την χειραγώγηση της εκπαίδευσης.
.