Η Φωτεινή Μπαξεβάνη υποδύεται τη θρυλική Πολίτισσα στην παράσταση που έχει µαγνητίσει 65.000 θεατές
ΜΑΘΕΤΕ ΤΗΝ ΙΣΤΟΡΙΑ ΤΗΣ
Είναι αριστούχος της Δραµατικής Σχολής του Εθνικού Θεάτρου, σπούδασε Μουσική στο Εθνικό Ωδείο και στο Ωδείο Φ. Νάκας και από το 1992 έως σήµερα έχει συµµετάσχει σε περισσότερες από 40 θεατρικές παραστάσεις ως ηθοποιός, συνθέτρια, σκηνοθέτρια και βοηθός γνωστώνσυνθετών και σκηνοθετών. Φέτος µεταµορφώνεται σε Λωξάντρα και µας ταξιδεύειστην Κωνσταντινούπολη του 19ου αιώνα.
Εξήντα πέντε χιλιάδες – πολύ συγκινηµένοι – θεατές παρακολούθησαν ήδη στη Θεσσαλονίκη την παράσταση «Λωξάντρα» του Κρατικού Θεάτρου Βορείου Ελλάδος, η οποία – ακολουθώντας την αντίθετη από ό,τι συνήθως πορεία – κατεβαίνει τώρα στην Αθήνα για δεκαέξι παραστάσεις στο «Θέατρον» του Κέντρου Πολιτισµού«Ελληνικός Κόσµος». Κεντρικόπρόσωπο, η πληθωρική κοκόνα από το βιβλίο της Μαρίας Ιορδανίδου, την οποία ερµηνεύει µε µεγάλη επιτυχία η Φωτεινή Μπαξεβάνη, µια εξίσου πληθωρική προσωπικότητα.
«Είναι µια ταπεινή σηµαντική γιατί δεν έχει ενοχλήσει ποτέ, ενώ µοιράζει το ταλέντο της σε πολύ ωραία πράγµατα εδώ και χρόνια, πολύ πιο δυνατά από αυτές που ενοχλούν. Για µένα αυτό είναι το µεγάλο ατού της», λέει για την Μπαξεβάνη ο Σταµάτης Κραουνάκης, που τη χαρακτηρίζει «πληθωρική αναγεννησιακή καλλιτέχνιδα, αφού όπως στηνΑναγέννηση που οι καλλιτέχνες δεν κάνανε µόνο ένα πράγµα, εκτός από πολύ καλή ηθοποιός είναι και πολύ καλή µουσικός. Θα έλεγα ότι ανήκει σ’ αυτή την κατηγορία των πολυκαλλιτεχνών, µοιάζουµε σ’ αυτό, είµαστε πολυχώροι».
Η ΚΑΡΙΕΡΑ ΤΗΣ. Τη γνωρίσαµε ως ηθοποιό στα έργα «Χοντροί άντρες µε φούστες», «Μια µέρα τον Οκτώβρη» (ήταν η κυρία Ζατφώ), «Τουρκαρέ» (η κυρία Τουρκαρέ), αλλά και από τις τηλεοπτικές εµφανίσεις της, όπως στα «Εγκλήµατα» (ήταν η φίλη της Κατερίνας Κωνσταντίνου). Εχει επίσης γράψει τη µουσικήγια παραστάσεις όπως το «Εβδοµο ρούχο» της Ευγενίας Φακίνου που ανέβηκε στο Θέατρο Κυκλάδων σε σκηνοθεσία του ∆ηµήτρη Μαυρίκιου και τις «8 γυναίκες» του Ροµπέρ Τοµά που σκηνοθέτησε ο Νίκος Καραθάνος, ενώ το σκηνοθετικό της ντεµπούτο το έκανε στη Νέα Υόρκη µε το έργο «Prime Numbers».
Εχει ιδρύσει τη δισκογραφική εταιρεία faosmusic µε σκοπό να δηµιουργήσει µια µουσικήβιβλιοθήκη που θα περιλαµβάνει όλη την ιστορία της πρωτότυπης µουσικής που έχει γραφτεί για το θέατρο και τον κινηµατογράφο στην Ελλάδα, όπως και ελληνική κλασική µουσικήκαι jazz. Η προσπάθεια προς το παρόν έχει διακοπεί εξαιτίας οικονοµικών δυσκολιών, υπάρχει πάντα όµως η φιλοδοξία να συνεχιστεί.
Οταν έκανε τα πρώτα τηςβήµατα, αυτό που την απασχολούσε κυρίως ήταν µέσα από ποιους δρόµους θα µπορούσε να εκφραστεί. Στηνπορεία συνειδητοποίησε ότι αυτό που είχε σηµασία τελικά ήταν τι ακριβώς επιθυµούσε να εκφράσει,πράγµα στο οποίο δίνει διέξοδο ωςµουσικός και ηθοποιός ταυτόχρονα.Για την ίδια άλλωστε όλα όσα κάνει κάθε φορά δεν είναι απλά µια δουλειά, αλλά ένας τρόπος ζωής και µια ανάγκη διαρκούς µάθησης. Εχει δουλέψει και στην παραγωγή, ως ηχολήπτρια στον κινηµατογράφο,βοηθός σκηνοθέτη και σκηνοθέτρια:
«Ολα αυτά είναι σαν συγκοινωνούντα δοχεία, από το ένα µαθαίνω για το άλλο, είναι µια εξέλιξη πουσου ανοίγει τους ορίζοντες», δηλώνει.
Και µετά τη «Λωξάντρα» τι; Το καλοκαίρι θα την απολαύσουµε µαζί µε άλλους σηµαντικούς καλλιτέχνες στα «Μικρά ∆ιονύσια», µια παράσταση - γιορτή που θα δοθεί στο Αρχαίο Θέατρο της Επιδαύρου για τα πενήντα χρόνια λειτουργίας του βορειοελλαδίτικου θεάτρου και, όπως ελπίζουν οι συντελεστές του «θα δώσει µεγάλη χαρά σ’ αυτή τη δύσκολη ώρα». Χαρά και συγκίνηση όµως µοιράζει απλόχερα και η θεατρική Λωξάντρα.
Ο ρόλος αυτός µάλιστα ήταν καθοριστικός για την ηθοποιό. «Τις εστί πλούσιος; Ο εν τω ολίγω αναπαυόµενος» είναι το µότο της Λωξάντρας και αυτή η φράση της «για µένα ήταν ένα χαστούκι που µου άλλαξε τη ζωή, αφού προηγουµένως ένιωθα σαν να είχα χάσει την ισορροπία µου και να είχα γείρει κάπως», παραδέχεται. «Η τόσο πληθωρική Λωξάντρα µε ξανάφερε στη θέση µου. Υπάρχει πολλή θλίψη γύρω µας και όλοι έχουµε χαθεί λίγο – πολύ. Τώρα όµωςνιώθω σταθερή, δυνατή, αισιόδοξη, όπως και όλος ο θίασος».
Το ίδιο ακριβώς, άλλωστε, λένε και οι θεατές µετά την παράσταση. Η Λωξάντρα δεν συγκινεί µόνο όσους έχουν καταγωγή από την Πόλη ή τη Μικρά Ασία. Κρύβει µέσα της µια τεράστια λαϊκή σοφία και ταυτόχρονα µεγάλη δύναµη, έχει απλότητα – όχι απλοϊκότητα – που σπάεικόκαλα, µια αφέλεια, όχι όµως όπως την εννοούµε σήµερα. Για εκείνη σηµασία έχει ο άνθρωπος και ησχέση µαζί του. Λέει π.χ. «εγώ εαυτόδεν έχω, ο εαυτός ο δικός µουοι άνθρωποί µου είναι» και όλο αυτό το ζει µέσα από την οικογένειά της. ΠοιοςΕλληνας δεν έχει στο περιβάλλον του µια Λωξάντρα;
ΧΡΩΜΑΤΑ ΚΑΙ ΑΡΩΜΑΤΑ. Για τη Φωτεινή Μπαξεβάνη ένας τέτοιος άνθρωπος ήταν ο παππούς της. Μαγείρευε κι εκείνος µερακλίδικα «γιατί το φαγητό θέλει φροντίδα» και το πρόσφερε απλόχερα στους δικούς του, το µοιραζόταν µαζί τους γύρω από το τραπέζι. Καταγόταν από το Μπογάζκιοϊ – στην Ανατολική Θράκη, 40 χιλιόµετρα από τηνΠόλη –, όπου οι πρόγονοί του είχανε µπαξέδες και καλλιεργούσαν ζαρζαβατικά. Από εκεί άλλωστε τους βγήκε και το παρατσούκλι – το µπαξεβάν είναι τουρκικήλέξη – πουέµεινε τελικά ως όνοµα της οικογένειας.
Μετά την ανταλλαγή των πληθυσµών βρεθήκανεστο Φιλώτα κοντά στη Φλώρινα και στη συνέχεια κατέβηκαν στην Παλλήνη Αττικής.
Εκεί ο κωνσταντινουπολίτης παππούς παντρεύτηκε τη βορειοηπειρώτισσα γιαγιά. «Από µικρήµου λέγανε “εσύ είσαι παιδί δύο χαµένων πατρίδων”», θυµάται η ηθοποιός, που µεγάλωσε µέσα σεµια µεγάλη οικογένεια µε τα γλέντια της, τις λύπες καιτις χαρές της,όπως ακριβώς και η οικογένειατης Λωξάντρας στην Πόλη. Ετσι, όταν ήρθε η πρόταση για τονρόλο, τη δέχτηκε µε µεγάλη χαρά. Τον είχε άλλωστε µέσα της.
Επεσε αµέσως µε τα µούτρα στο διάβασµα. Εψαξε εξαντλητικά µαζί µε τον σκηνοθέτη Σωτήρη Χατζάκη και τους υπόλοιπους συντελεστές οτιδήποτε είχε σχέση µε τηνιστορία, τις γεύσεις, τις µυρωδιές, τα αρώµατα, τα χρώµατα, τις µουσικές για να αναβιώσουν µε τον καλύτερο δυνατό τρόπο το κλίµα της εποχής στην οποία αναφέρεται η Μαρία Ιορδανίδου, συγγραφέας της «Λωξάντρας». Πριν να πεθάνει άλλωστε οπαππούς της, είχε κάνει ένα ταξίδι(το 2004) στην Πόλη,πήγε και βρήκε και το χωριό του και έγραψε τα πάντα σε βίντεο για νατου τα δείξει, αφού εκείνος δεν µπορούσε να πάει. Ετσι είχε µιαπρόσφατη εικόνα της Πόλης, την αφουγκράστηκε καλά και κράτησε την αίσθηση, σαν να τα είχε ζήσει όλα η ίδια.
Ολα λοιπόν κυλάνε οµαλά στην παράσταση, ακόµα και η προφορά της. ∆εν χρειάστηκε καν να ακούσει Κωνσταντινουπολίτες για να τους µιµηθεί, ήταν λες και ανάβλυσε από µέσα της την κατάλληλη στιγµή.
Πηγή: http://www.tanea.gr/
ΜΑΘΕΤΕ ΤΗΝ ΙΣΤΟΡΙΑ ΤΗΣ
Είναι αριστούχος της Δραµατικής Σχολής του Εθνικού Θεάτρου, σπούδασε Μουσική στο Εθνικό Ωδείο και στο Ωδείο Φ. Νάκας και από το 1992 έως σήµερα έχει συµµετάσχει σε περισσότερες από 40 θεατρικές παραστάσεις ως ηθοποιός, συνθέτρια, σκηνοθέτρια και βοηθός γνωστώνσυνθετών και σκηνοθετών. Φέτος µεταµορφώνεται σε Λωξάντρα και µας ταξιδεύειστην Κωνσταντινούπολη του 19ου αιώνα.
Εξήντα πέντε χιλιάδες – πολύ συγκινηµένοι – θεατές παρακολούθησαν ήδη στη Θεσσαλονίκη την παράσταση «Λωξάντρα» του Κρατικού Θεάτρου Βορείου Ελλάδος, η οποία – ακολουθώντας την αντίθετη από ό,τι συνήθως πορεία – κατεβαίνει τώρα στην Αθήνα για δεκαέξι παραστάσεις στο «Θέατρον» του Κέντρου Πολιτισµού«Ελληνικός Κόσµος». Κεντρικόπρόσωπο, η πληθωρική κοκόνα από το βιβλίο της Μαρίας Ιορδανίδου, την οποία ερµηνεύει µε µεγάλη επιτυχία η Φωτεινή Μπαξεβάνη, µια εξίσου πληθωρική προσωπικότητα.
«Είναι µια ταπεινή σηµαντική γιατί δεν έχει ενοχλήσει ποτέ, ενώ µοιράζει το ταλέντο της σε πολύ ωραία πράγµατα εδώ και χρόνια, πολύ πιο δυνατά από αυτές που ενοχλούν. Για µένα αυτό είναι το µεγάλο ατού της», λέει για την Μπαξεβάνη ο Σταµάτης Κραουνάκης, που τη χαρακτηρίζει «πληθωρική αναγεννησιακή καλλιτέχνιδα, αφού όπως στηνΑναγέννηση που οι καλλιτέχνες δεν κάνανε µόνο ένα πράγµα, εκτός από πολύ καλή ηθοποιός είναι και πολύ καλή µουσικός. Θα έλεγα ότι ανήκει σ’ αυτή την κατηγορία των πολυκαλλιτεχνών, µοιάζουµε σ’ αυτό, είµαστε πολυχώροι».
Η ΚΑΡΙΕΡΑ ΤΗΣ. Τη γνωρίσαµε ως ηθοποιό στα έργα «Χοντροί άντρες µε φούστες», «Μια µέρα τον Οκτώβρη» (ήταν η κυρία Ζατφώ), «Τουρκαρέ» (η κυρία Τουρκαρέ), αλλά και από τις τηλεοπτικές εµφανίσεις της, όπως στα «Εγκλήµατα» (ήταν η φίλη της Κατερίνας Κωνσταντίνου). Εχει επίσης γράψει τη µουσικήγια παραστάσεις όπως το «Εβδοµο ρούχο» της Ευγενίας Φακίνου που ανέβηκε στο Θέατρο Κυκλάδων σε σκηνοθεσία του ∆ηµήτρη Μαυρίκιου και τις «8 γυναίκες» του Ροµπέρ Τοµά που σκηνοθέτησε ο Νίκος Καραθάνος, ενώ το σκηνοθετικό της ντεµπούτο το έκανε στη Νέα Υόρκη µε το έργο «Prime Numbers».
Εχει ιδρύσει τη δισκογραφική εταιρεία faosmusic µε σκοπό να δηµιουργήσει µια µουσικήβιβλιοθήκη που θα περιλαµβάνει όλη την ιστορία της πρωτότυπης µουσικής που έχει γραφτεί για το θέατρο και τον κινηµατογράφο στην Ελλάδα, όπως και ελληνική κλασική µουσικήκαι jazz. Η προσπάθεια προς το παρόν έχει διακοπεί εξαιτίας οικονοµικών δυσκολιών, υπάρχει πάντα όµως η φιλοδοξία να συνεχιστεί.
Οταν έκανε τα πρώτα τηςβήµατα, αυτό που την απασχολούσε κυρίως ήταν µέσα από ποιους δρόµους θα µπορούσε να εκφραστεί. Στηνπορεία συνειδητοποίησε ότι αυτό που είχε σηµασία τελικά ήταν τι ακριβώς επιθυµούσε να εκφράσει,πράγµα στο οποίο δίνει διέξοδο ωςµουσικός και ηθοποιός ταυτόχρονα.Για την ίδια άλλωστε όλα όσα κάνει κάθε φορά δεν είναι απλά µια δουλειά, αλλά ένας τρόπος ζωής και µια ανάγκη διαρκούς µάθησης. Εχει δουλέψει και στην παραγωγή, ως ηχολήπτρια στον κινηµατογράφο,βοηθός σκηνοθέτη και σκηνοθέτρια:
«Ολα αυτά είναι σαν συγκοινωνούντα δοχεία, από το ένα µαθαίνω για το άλλο, είναι µια εξέλιξη πουσου ανοίγει τους ορίζοντες», δηλώνει.
Και µετά τη «Λωξάντρα» τι; Το καλοκαίρι θα την απολαύσουµε µαζί µε άλλους σηµαντικούς καλλιτέχνες στα «Μικρά ∆ιονύσια», µια παράσταση - γιορτή που θα δοθεί στο Αρχαίο Θέατρο της Επιδαύρου για τα πενήντα χρόνια λειτουργίας του βορειοελλαδίτικου θεάτρου και, όπως ελπίζουν οι συντελεστές του «θα δώσει µεγάλη χαρά σ’ αυτή τη δύσκολη ώρα». Χαρά και συγκίνηση όµως µοιράζει απλόχερα και η θεατρική Λωξάντρα.
Ο ρόλος αυτός µάλιστα ήταν καθοριστικός για την ηθοποιό. «Τις εστί πλούσιος; Ο εν τω ολίγω αναπαυόµενος» είναι το µότο της Λωξάντρας και αυτή η φράση της «για µένα ήταν ένα χαστούκι που µου άλλαξε τη ζωή, αφού προηγουµένως ένιωθα σαν να είχα χάσει την ισορροπία µου και να είχα γείρει κάπως», παραδέχεται. «Η τόσο πληθωρική Λωξάντρα µε ξανάφερε στη θέση µου. Υπάρχει πολλή θλίψη γύρω µας και όλοι έχουµε χαθεί λίγο – πολύ. Τώρα όµωςνιώθω σταθερή, δυνατή, αισιόδοξη, όπως και όλος ο θίασος».
Το ίδιο ακριβώς, άλλωστε, λένε και οι θεατές µετά την παράσταση. Η Λωξάντρα δεν συγκινεί µόνο όσους έχουν καταγωγή από την Πόλη ή τη Μικρά Ασία. Κρύβει µέσα της µια τεράστια λαϊκή σοφία και ταυτόχρονα µεγάλη δύναµη, έχει απλότητα – όχι απλοϊκότητα – που σπάεικόκαλα, µια αφέλεια, όχι όµως όπως την εννοούµε σήµερα. Για εκείνη σηµασία έχει ο άνθρωπος και ησχέση µαζί του. Λέει π.χ. «εγώ εαυτόδεν έχω, ο εαυτός ο δικός µουοι άνθρωποί µου είναι» και όλο αυτό το ζει µέσα από την οικογένειά της. ΠοιοςΕλληνας δεν έχει στο περιβάλλον του µια Λωξάντρα;
ΧΡΩΜΑΤΑ ΚΑΙ ΑΡΩΜΑΤΑ. Για τη Φωτεινή Μπαξεβάνη ένας τέτοιος άνθρωπος ήταν ο παππούς της. Μαγείρευε κι εκείνος µερακλίδικα «γιατί το φαγητό θέλει φροντίδα» και το πρόσφερε απλόχερα στους δικούς του, το µοιραζόταν µαζί τους γύρω από το τραπέζι. Καταγόταν από το Μπογάζκιοϊ – στην Ανατολική Θράκη, 40 χιλιόµετρα από τηνΠόλη –, όπου οι πρόγονοί του είχανε µπαξέδες και καλλιεργούσαν ζαρζαβατικά. Από εκεί άλλωστε τους βγήκε και το παρατσούκλι – το µπαξεβάν είναι τουρκικήλέξη – πουέµεινε τελικά ως όνοµα της οικογένειας.
Μετά την ανταλλαγή των πληθυσµών βρεθήκανεστο Φιλώτα κοντά στη Φλώρινα και στη συνέχεια κατέβηκαν στην Παλλήνη Αττικής.
Εκεί ο κωνσταντινουπολίτης παππούς παντρεύτηκε τη βορειοηπειρώτισσα γιαγιά. «Από µικρήµου λέγανε “εσύ είσαι παιδί δύο χαµένων πατρίδων”», θυµάται η ηθοποιός, που µεγάλωσε µέσα σεµια µεγάλη οικογένεια µε τα γλέντια της, τις λύπες καιτις χαρές της,όπως ακριβώς και η οικογένειατης Λωξάντρας στην Πόλη. Ετσι, όταν ήρθε η πρόταση για τονρόλο, τη δέχτηκε µε µεγάλη χαρά. Τον είχε άλλωστε µέσα της.
Επεσε αµέσως µε τα µούτρα στο διάβασµα. Εψαξε εξαντλητικά µαζί µε τον σκηνοθέτη Σωτήρη Χατζάκη και τους υπόλοιπους συντελεστές οτιδήποτε είχε σχέση µε τηνιστορία, τις γεύσεις, τις µυρωδιές, τα αρώµατα, τα χρώµατα, τις µουσικές για να αναβιώσουν µε τον καλύτερο δυνατό τρόπο το κλίµα της εποχής στην οποία αναφέρεται η Μαρία Ιορδανίδου, συγγραφέας της «Λωξάντρας». Πριν να πεθάνει άλλωστε οπαππούς της, είχε κάνει ένα ταξίδι(το 2004) στην Πόλη,πήγε και βρήκε και το χωριό του και έγραψε τα πάντα σε βίντεο για νατου τα δείξει, αφού εκείνος δεν µπορούσε να πάει. Ετσι είχε µιαπρόσφατη εικόνα της Πόλης, την αφουγκράστηκε καλά και κράτησε την αίσθηση, σαν να τα είχε ζήσει όλα η ίδια.
Ολα λοιπόν κυλάνε οµαλά στην παράσταση, ακόµα και η προφορά της. ∆εν χρειάστηκε καν να ακούσει Κωνσταντινουπολίτες για να τους µιµηθεί, ήταν λες και ανάβλυσε από µέσα της την κατάλληλη στιγµή.
Πηγή: http://www.tanea.gr/