Δευτέρα 4 Ιουλίου 2011

Η Ζωή Τηγανούρια γράφει με θέμα "Η δική μου Σαμοθράκη"

Η κορυφαία ακορντεονίστα αρθρογραφεί στα "Νέα" για το αγαπημένο της νησί αλλά και τον υπόλοιπο Έβρο που την αγκάλιασε και διέψευσε την ρήση ότι "κανείς δεν αγιάζει στον τόπο του"

    ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΤΙ ΕΓΡΑΨΕ


Την Παναγιά τη δικιά μας τη βάφτισε ο γκρεμός Κρεμιώτισσα και στη θάλασσα που πιάνει το μάτι της, δεν πνίγεται κανείς. Απ΄ το βουνό που ΄χει κορφή το Φεγγάρι έβλεπε ο Ποσειδώνας τον πόλεμο της Τροίας κι ο Μεγαλέξανδρος εδώ μπήκε στα σπλάγχνα της μάνας του, τότε που τα Μυστήρια άντεχαν χιλιάδες χρόνια. Ύστερα ο Απόστολος Παύλος έμαθε τους ανθρώπους να κάνουν τον σταυρό τους και χτίστηκαν ξωκκλήσια, 999 για να προσκυνάς κι ένα για να ψάχνεις, το χιλιοστό που αν βρεθεί, θα ΄ναι γεμάτο χρυσάφι… Κι άλλες ιστοριούλες για "τα πανιά τσι γιργιάς", τις βάθρες του φονιά, τα φαντάσματα στα "ργιάκια", τις μάγισσες, τις κατάρες...»


Έτσι μίλαγαν για τη Σαμοθράκη οι «παλιοί» όταν ήμουν παιδί, εγώ όμως άλλα θυμάμαι πρώτα. Τη μάνα νέα κι όμορφη, τον πατέρα με το βιολί στα χέρια, τον αδερφό μου παιδί και το χωριό μας, το Λάκκωμα, αποκλεισμένο απ΄ το χιόνι, χωρίς ρεύμα, με τις κολόνες της ΔΕΗ πεσμένες απ΄ τον αέρα κι εμένα να το διασχίζω κάθε πρωί για να πάω στο σχολείο με τους επτά συμμαθητές -Μίμης, Κομνηνός, Παναγιώτα, Μαριάνθη, Φράγκος, Σταύρος, Κώστας- και την Αλεξανδρούπολη, της οποίας τα φώτα δεν έπαυα να ονειρεύομαι ακόμη κι όταν έβγαινα απ’ το καράβι και βρισκόμουν μπροστά τους.

Κι ακόμη, το παιδικό πιανάκι του μικρού ξαδέρφου Παντελή -καταξιωμένου βιολιστή σήμερα- τις πρώτες νότες που έπαιξα εκεί και το τραγούδι το πρώτο που το ’βγαλα με τ’ αυτί, τη «Σαμιώτισσα». Μέχρι που 12 χρονών απέκτησα δικό μου αρμόνιο και έπαιζα με τον πατέρα μου στους μπάλους, τη μοναδική διασκέδαση του νησιού, κάθε Σάββατο στο μαγαζί του Γαλατούμου, με τον κόσμο στριμωγμένο, την τηγανιά χοιρινό και το κατσίκι στη σούβλα να σου παίρνει τη μύτη και τον χορό που άφηνε κορίτσια κι αγόρια να πιάνονται επιτέλους χέρι χέρι.

Αλήθεια, μια μέρα ολόκληρη ετοιμαζόμουν για κείνη τη στιγμή, με τον καθρέφτη να κάνει αγρυπνίες και ποτέ να μη με βγάζει όσο όμορφη θα ’θελα. Από τότε μέχρι σήμερα που δε ζω πια στη Σαμοθράκη, γυρίζω πάντα, όχι μόνο από νοσταλγία, αλλά και γιατί πρώτη αυτή με καλεί να παρουσιάσω τη μουσική μου, αυτή κι ολόκληρος ο Εβρος - η Αλεξανδρούπολη, η Ορεστιάδα, το Τυχερό, οι Καστανιές, το Διδυμότειχο, οι Φέρες, το Σουφλί - που με τόση αγάπη διέψευσαν εκείνη τη λαϊκή ρήση που λέει πως κανείς δεν αγιάζει στον τόπο του…


Πηγή:  http://alexpolisonline.blogspot.com/