Λαθροθήρες και τροχαία απειλούν το μεγαλύτερο φυτοφάγο ζώο της χώρας
ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΛΕΠΤΟΜΕΡΕΙΕΣ
Κάποτε ζούσε σε ολόκληρη την Ελλάδα, σήμερα εντοπίζεται μόνο στην Πάρνηθα και περιορισμένα στη Ροδόπη. Οι πληθυσμοί του κόκκινου ελαφιού (cervus elaphus), του μεγαλύτερου φυτοφάγου ζώου της χώρας μας, έχουν συρρικνωθεί σε τέτοιο βαθμό, ώστε το είδος χαρακτηρίζεται πλέον ως «κρισίμως κινδυνεύον» σύμφωνα με το Κόκκινο Βιβλίο των Απειλούμενων Ζώων της Ελλάδας.
ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΛΕΠΤΟΜΕΡΕΙΕΣ
Κάποτε ζούσε σε ολόκληρη την Ελλάδα, σήμερα εντοπίζεται μόνο στην Πάρνηθα και περιορισμένα στη Ροδόπη. Οι πληθυσμοί του κόκκινου ελαφιού (cervus elaphus), του μεγαλύτερου φυτοφάγου ζώου της χώρας μας, έχουν συρρικνωθεί σε τέτοιο βαθμό, ώστε το είδος χαρακτηρίζεται πλέον ως «κρισίμως κινδυνεύον» σύμφωνα με το Κόκκινο Βιβλίο των Απειλούμενων Ζώων της Ελλάδας.
Σε ειδική μελέτη με τίτλο «Ερευνα Οικολογίας του Κόκκινου Ελαφιού στο Ορος
Πάρνης» η περιβαλλοντική οργάνωση WWF Ελλάς κατέγραψε τα σημαντικότερα στοιχεία
που αφορούν τον πληθυσμό της Πάρνηθας, τον ακμαιότερο πληθυσμό κόκκινου ελαφιού
της χώρας.
Σύμφωνα λοιπόν με τα αποτελέσματα της έρευνας, ο αριθμός των ελαφιών της Πάρνηθας δεν ξεπερνά τα 600. Τα άτομα αυτά διασπείρονται αδρά από τη λίμνη του Μαραθώνα στα ανατολικά έως το όρος Πάστρα στα δυτικά. Η χειμερινή περιοχή εξάπλωσής τους υπολογίζεται σε περίπου 360.000 στρ., ενώ η πλειονότητα των ζώων περιορίζεται το καλοκαίρι στα υψηλότερα σημεία του βουνού (700-1.400 μ.) σε μια έκταση περίπου 44.500 στρ. Οι μεγαλύτερες συγκεντρώσεις των ελαφιών παρατηρούνται σε λίγες μόλις απομονωμένες θέσεις του ορεινού όγκου της Πάρνηθας, μακριά από κάθε ανθρώπινη όχληση. Η αναλογία των αρσενικών - θηλυκών ελαφιών είναι σχεδόν 1:1. Ωστόσο περίπου τα μισά ενήλικα θηλυκά ελάφια βρέθηκαν χωρίς νεογνά το καλοκαίρι του 2009.
Χαρακτηριστικό είναι ότι ο πληθυσμός αυτός δεν παρουσιάζει γεωμετρική αύξηση συγκριτικά με την απογραφή του 1994, όπως θα αναμενόταν για έναν πληθυσμό που δεν πιέζεται από φυσικούς θηρευτές (π.χ. λύκος, αρκούδα). Ωστόσο μια σειρά άλλων παραγόντων επιδρούν ανασταλτικά τόσο για την αύξηση όσο και τη διατήρηση του υπάρχοντος πληθυσμού: το λαθραίο κυνήγι, τα τροχαία ατυχήματα, η θήρευση των ελαφιών από εγκαταλελειμμένα σκυλιά, αλλά και η επέκταση των οικιστικών εκτάσεων στη γύρω περιοχή είναι οι κυριότεροι από αυτούς. Η απώλεια βιοτόπων εξαιτίας της εντατικοποίησης της γεωργίας και της επέκτασης των οικιστικών εκτάσεων μαζί με τη λαθροθηρία αποτελούν άλλωστε τους κύριους λόγους που εμποδίζουν τη φυσική διασπορά του σε νέους βιότοπους.
Για τη διατήρηση του υπάρχοντος πληθυσμού αλλά και την εξάπλωση του είδους σε νέους βιότοπους πέρα από την Πάρνηθα είναι απαραίτητη, μεταξύ άλλων, η βελτίωση και εφαρμογή της σχετικής νομοθεσίας που αφορά την εμπορία, τη θήρευση, τη διακίνηση, τη διατήρηση σε αιχμαλωσία και την απελευθέρωση των ζώων. Εξαιρετικά σημαντική κρίνεται και η δημιουργία ενός κέντρου περίθαλψης, χειρισμού και γενετικού ελέγχου των ζώων. Τέλος, απαιτείται η ευαισθητοποίηση της κοινής γνώμης και ιδιαίτερα των κατοίκων και επισκεπτών περιοχών όπου θα μπορούσαν να δημιουργηθούν νέοι υποπληθυσμοί.
«Το κόκκινο ελάφι είναι το μεγαλύτερο φυτοφάγο ζώο της Ελλάδας. Ως αναπόσπαστο στοιχείο της ελληνικής φύσης μπορεί να παίξει ουσιαστικό ρόλο στη διαμόρφωση και την εξέλιξη των οικοσυστημάτων, ειδικά στις μέρες μας όπου η ελεύθερη κτηνοτροφία σταδιακά εγκαταλείπεται» σημειώνει ο Παναγιώτης Λατσούδης, δασολόγος / υπεύθυνος του προγράμματος για το ελάφι. «Γι' αυτό πρέπει να ληφθούν τα κατάλληλα μέτρα, ώστε να διατηρηθούν οι υπάρχοντες πληθυσμοί, αλλά και να γίνουν συστηματικές προσπάθειες για την εξάπλωση του είδους σε νέους βιότοπους» καταλήγει ο κ. Λατσούδης.
Η μελέτη με τίτλο «Ερευνα Οικολογίας του Κόκκινου Ελαφιού στο όρος Πάρνης» ξεκίνησε το 2007 στο πλαίσιο του προγράμματος «Γνωρίζω - Συμμετέχω - Προστατεύω: Εθνικός Δρυμός Πάρνηθας» και στη συνέχεια εντάχθηκε στο πρόγραμμα «Το Μέλλον των Δασών», που εκπονείται από το WWF Ελλάς και συγχρηματοδοτείται από τα κοινωφελή ιδρύματα Ι.Σ. Λάτση, Α.Γ. Λεβέντη και Μποδοσάκη, καθώς και από τις εισφορές των υποστηρικτών της οργάνωσης. Για την εκπόνηση της μελέτης, η οργάνωση συνεργάστηκε με το Τμήμα Βιολογίας του Καποδιστριακού Πανεπιστημίου Αθηνών, το Φορέα Διαχείρισης Εθνικού Πάρκου Πάρνηθας και το Δασαρχείο Πάρνηθας. Στην εκπόνηση της μελέτης συνεργάστηκαν και πολλοί άλλοι ειδικοί επιστήμονες, καθώς και αριθμός εθελοντών της οργάνωσης.
Περισσότερες πληροφορίες: Παναγιώτης Λατσούδης, δασολόγος / υπεύθυνος του προγράμματος για το ελάφι, 210-3314893, p.latsoudis @wwf.gr, Μαρίτα Παντέρη, υπεύθυνη Τύπου, 210-3314893, 698 2471724, m.panteri@wwf.gr
**Η καταγραφή των ελαφιών του πληθυσμού της Πάρνηθας έγινε με τέσσερις μεθόδους: 1. απογραφή από εποπτικές θέσεις, 2. καταγραφή κοπροσωρών κατά μήκος λωρίδων, 3. έλεγχος εξωτερικών ορίων εξάπλωσης ελαφιών και 4. απογραφή μυκηθμών αρσενικών ελαφιών.
ΤΑΥΤΟΤΗΤΑ
Επιστημονικό όνομα: Cervus elaphus
Κοινό όνομα: κόκκινο ελάφι ή ελάφι.
Περιγραφή: αρσενικό με κέρατα που απορρίπτονται κάθε χρόνο («κλαδοκέρατα»). Και τα δύο φύλα με φαιοκίτρινη κηλίδα γύρω από την ουρά («κάτοπτρο»).
Βάρος: αρσενικό 75-340 κιλά, θηλυκό 56-254 κιλά (ανάλογα με το υποείδος).
Προσδόκιμο ζωής: έως 27 χρόνια, αν και τα περισσότερα ζώα ζουν λιγότερο από 15 χρόνια
Τροφή: θεωρείται «μικτός βοσκητής», τρέφεται δηλαδή τόσο με κλαδιά και φύλλα δέντρων όσο και με διάφορες πόες.
Πληθυσμοί στην Ελλάδα: ο πιο ακμαίος πληθυσμός βρίσκεται στον Εθνικό Δρυμό Πάρνηθας. Μικρός πληθυσμός βρίσκεται στη Ροδόπη, κοντά στα σύνορα με τη Βουλγαρία
.
Σύμφωνα λοιπόν με τα αποτελέσματα της έρευνας, ο αριθμός των ελαφιών της Πάρνηθας δεν ξεπερνά τα 600. Τα άτομα αυτά διασπείρονται αδρά από τη λίμνη του Μαραθώνα στα ανατολικά έως το όρος Πάστρα στα δυτικά. Η χειμερινή περιοχή εξάπλωσής τους υπολογίζεται σε περίπου 360.000 στρ., ενώ η πλειονότητα των ζώων περιορίζεται το καλοκαίρι στα υψηλότερα σημεία του βουνού (700-1.400 μ.) σε μια έκταση περίπου 44.500 στρ. Οι μεγαλύτερες συγκεντρώσεις των ελαφιών παρατηρούνται σε λίγες μόλις απομονωμένες θέσεις του ορεινού όγκου της Πάρνηθας, μακριά από κάθε ανθρώπινη όχληση. Η αναλογία των αρσενικών - θηλυκών ελαφιών είναι σχεδόν 1:1. Ωστόσο περίπου τα μισά ενήλικα θηλυκά ελάφια βρέθηκαν χωρίς νεογνά το καλοκαίρι του 2009.
Χαρακτηριστικό είναι ότι ο πληθυσμός αυτός δεν παρουσιάζει γεωμετρική αύξηση συγκριτικά με την απογραφή του 1994, όπως θα αναμενόταν για έναν πληθυσμό που δεν πιέζεται από φυσικούς θηρευτές (π.χ. λύκος, αρκούδα). Ωστόσο μια σειρά άλλων παραγόντων επιδρούν ανασταλτικά τόσο για την αύξηση όσο και τη διατήρηση του υπάρχοντος πληθυσμού: το λαθραίο κυνήγι, τα τροχαία ατυχήματα, η θήρευση των ελαφιών από εγκαταλελειμμένα σκυλιά, αλλά και η επέκταση των οικιστικών εκτάσεων στη γύρω περιοχή είναι οι κυριότεροι από αυτούς. Η απώλεια βιοτόπων εξαιτίας της εντατικοποίησης της γεωργίας και της επέκτασης των οικιστικών εκτάσεων μαζί με τη λαθροθηρία αποτελούν άλλωστε τους κύριους λόγους που εμποδίζουν τη φυσική διασπορά του σε νέους βιότοπους.
Για τη διατήρηση του υπάρχοντος πληθυσμού αλλά και την εξάπλωση του είδους σε νέους βιότοπους πέρα από την Πάρνηθα είναι απαραίτητη, μεταξύ άλλων, η βελτίωση και εφαρμογή της σχετικής νομοθεσίας που αφορά την εμπορία, τη θήρευση, τη διακίνηση, τη διατήρηση σε αιχμαλωσία και την απελευθέρωση των ζώων. Εξαιρετικά σημαντική κρίνεται και η δημιουργία ενός κέντρου περίθαλψης, χειρισμού και γενετικού ελέγχου των ζώων. Τέλος, απαιτείται η ευαισθητοποίηση της κοινής γνώμης και ιδιαίτερα των κατοίκων και επισκεπτών περιοχών όπου θα μπορούσαν να δημιουργηθούν νέοι υποπληθυσμοί.
«Το κόκκινο ελάφι είναι το μεγαλύτερο φυτοφάγο ζώο της Ελλάδας. Ως αναπόσπαστο στοιχείο της ελληνικής φύσης μπορεί να παίξει ουσιαστικό ρόλο στη διαμόρφωση και την εξέλιξη των οικοσυστημάτων, ειδικά στις μέρες μας όπου η ελεύθερη κτηνοτροφία σταδιακά εγκαταλείπεται» σημειώνει ο Παναγιώτης Λατσούδης, δασολόγος / υπεύθυνος του προγράμματος για το ελάφι. «Γι' αυτό πρέπει να ληφθούν τα κατάλληλα μέτρα, ώστε να διατηρηθούν οι υπάρχοντες πληθυσμοί, αλλά και να γίνουν συστηματικές προσπάθειες για την εξάπλωση του είδους σε νέους βιότοπους» καταλήγει ο κ. Λατσούδης.
Η μελέτη με τίτλο «Ερευνα Οικολογίας του Κόκκινου Ελαφιού στο όρος Πάρνης» ξεκίνησε το 2007 στο πλαίσιο του προγράμματος «Γνωρίζω - Συμμετέχω - Προστατεύω: Εθνικός Δρυμός Πάρνηθας» και στη συνέχεια εντάχθηκε στο πρόγραμμα «Το Μέλλον των Δασών», που εκπονείται από το WWF Ελλάς και συγχρηματοδοτείται από τα κοινωφελή ιδρύματα Ι.Σ. Λάτση, Α.Γ. Λεβέντη και Μποδοσάκη, καθώς και από τις εισφορές των υποστηρικτών της οργάνωσης. Για την εκπόνηση της μελέτης, η οργάνωση συνεργάστηκε με το Τμήμα Βιολογίας του Καποδιστριακού Πανεπιστημίου Αθηνών, το Φορέα Διαχείρισης Εθνικού Πάρκου Πάρνηθας και το Δασαρχείο Πάρνηθας. Στην εκπόνηση της μελέτης συνεργάστηκαν και πολλοί άλλοι ειδικοί επιστήμονες, καθώς και αριθμός εθελοντών της οργάνωσης.
Περισσότερες πληροφορίες: Παναγιώτης Λατσούδης, δασολόγος / υπεύθυνος του προγράμματος για το ελάφι, 210-3314893, p.latsoudis @wwf.gr, Μαρίτα Παντέρη, υπεύθυνη Τύπου, 210-3314893, 698 2471724, m.panteri@wwf.gr
**Η καταγραφή των ελαφιών του πληθυσμού της Πάρνηθας έγινε με τέσσερις μεθόδους: 1. απογραφή από εποπτικές θέσεις, 2. καταγραφή κοπροσωρών κατά μήκος λωρίδων, 3. έλεγχος εξωτερικών ορίων εξάπλωσης ελαφιών και 4. απογραφή μυκηθμών αρσενικών ελαφιών.
ΤΑΥΤΟΤΗΤΑ
Επιστημονικό όνομα: Cervus elaphus
Κοινό όνομα: κόκκινο ελάφι ή ελάφι.
Περιγραφή: αρσενικό με κέρατα που απορρίπτονται κάθε χρόνο («κλαδοκέρατα»). Και τα δύο φύλα με φαιοκίτρινη κηλίδα γύρω από την ουρά («κάτοπτρο»).
Βάρος: αρσενικό 75-340 κιλά, θηλυκό 56-254 κιλά (ανάλογα με το υποείδος).
Προσδόκιμο ζωής: έως 27 χρόνια, αν και τα περισσότερα ζώα ζουν λιγότερο από 15 χρόνια
Τροφή: θεωρείται «μικτός βοσκητής», τρέφεται δηλαδή τόσο με κλαδιά και φύλλα δέντρων όσο και με διάφορες πόες.
Πληθυσμοί στην Ελλάδα: ο πιο ακμαίος πληθυσμός βρίσκεται στον Εθνικό Δρυμό Πάρνηθας. Μικρός πληθυσμός βρίσκεται στη Ροδόπη, κοντά στα σύνορα με τη Βουλγαρία
.