Τρίτη 27 Μαρτίου 2012

«Το παιχνίδι της πολιτικής μού φαίνεται σικέ» λέει ο Γιάννης Στάνκογλου

«Είμαστε σε ευάλωτη στιγμή», επισημαίνει ο εβρίτης ηθοποιός και προσθέτει: «αυτό που έγινε με τους Αγανακτισμένους ήταν κατά τη γνώμη μου κάτι πολύ σημαντικό»

       ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΟΛΗ ΤΗ
       ΣΥΝΕΝΤΕΥΞΗ ΤΟΥ
Είναι ένα ανοιξιάτικο Σάββατο στο Ζάππειο. Μόλις έχουμε συναντηθεί με τον ηθοποιό Γιάννη Στάνκογλου και κάνουμε βόλτα, αναζητούμε ένα σημείο να καθίσουμε. Άνθρωποι περνούν βιαστικοί. «Εδώ στην Ελλάδα δεν χαιρόμαστε τα πάρκα μας» συμφωνούμε.

Η συζήτηση περιστρέφεται γύρω από το σινεμά, τις εκλογές και τους Αγανακτισμένους. «Έχω βαρεθεί να μιλάω για πολιτική. Μου φαίνεται σικέ. Εδώ ο κόσμος χάνεται και εκείνοι βγαίνουν και λένε: "θα υπερασπιστώ την παράταξή μου";» αναρωτιέται ο Γ.Στάνκογλου.

Υπάρχουν πολλά να συζητήσει κανείς με τον ηθοποιό. Το 2011 ήταν σίγουρα η χρονιά του. Μια εμφάνιση στην επιτυχημένη σειρά του Mega, το Νησί, η πολύ επιτυχημένη πορεία της ταινίας Το Τανγκό των Χριστουγέννων, η θεατρική παράσταση Steady Rain σε σκηνοθεσία Αντώνη Καφετζόπουλου είναι μερικά μόνο από τα πράγματα που έκανε. Από την Πέμπτη προβάλλεται στα σινεμά και η ταινία Δεσμά Αίματος, η νέα δουλειά του ηθοποιού σε σκηνοθεσία Νίκου Παναγιωτόπουλου.


Πώς προέκυψε η συνεργασία με τον Νίκο Παναγιωτόπουλο;

Με πήρε τηλέφωνο κάποια στιγμή και μου είπε ότι θέλει να γνωριστούμε. Πήγα στο σπίτι του, γνώρισα και τη Μαριάννα τη γυναίκα του, μου είπε την ιστορία για τα Δεσμά Αίματος. Μετά από περίπου 20 μέρες πήρε τηλέφωνο εμένα και τη Μαρκέλλα, πήγαμε σπίτι του και μας διάβασε το σενάριο. Γοητεύτηκα πολύ από την ιστορία, τον χαρακτήρα και από τον τρόπο που ο ίδιος ήθελε να κάνει την ταινία. Ξέρω πως ο Νίκος Παναγιωτόπουλος κάνει ένα δικό του σινεμά, με δικούς του όρους. Ξέρει τι θέλει, οπότε είπα κατευθείαν: «Πάμε να το κάνουμε».


Πώς ήταν η συνεργασία σου με τον σκηνοθέτη;

Ήταν η πρώτη φορά που δούλευα με τόσο μικρή κάμερα για κάτι τόσο επαγγελματικό. Το να έχεις απέναντί σου τον Νίκο Παναγιωτόπουλο με μια τόση δα καμερούλα είναι περίεργο. Την ίδια στιγμή, όμως, ένιωθα ότι ο Νίκος ήξερε ακριβώς τι ήθελε.


Ο δικός σου χαρακτήρας διατηρεί ένα μυστήριο σε όλη την ταινία. Προσπάθησες να βρεις ένα παρελθόν για αυτόν;

Κάναμε με τον Νίκο Παναγιωτόπουλο δυο τρεις κουβέντες για το παρελθόν του χαρακτήρα. Αλλά κυρίως μείναμε στα απλά πράγματα: πώς περπατάει, εάν έχει κάποιο τικ. Έτσι είναι γραμμένο και το σενάριο: η κοπέλα μιλά για τους εραστές της με γράμματα, δεν τους γνωρίζουμε. Είναι όλοι κάπως αποστασιοποιημένοι χαρακτήρες, κρυμμένα χαρτιά. Δεν θέλαμε να μπούμε στη διαδικασία «γιατί αυτός κάνει αυτό». Νομίζω ότι είδε και ο Νίκος κάτι τέτοιο πάνω μου, ότι ήθελε κάτι από μένα στην ταινία.


Δεδομένων των συνθηκών, το «Τανγκό των Χριστουγέννων» πήγε πολύ καλά στα ταμεία. Πού πιστεύεις ότι οφείλεται η επιτυχία του;

Πιστεύω στην ιστορία που έγραψε ο Γιάννης Ξανθούλης. Η ιστορία μού άρεσε πολύ και μόλις τη διάβασα θεώρησα ότι είναι πολύ κινηματογραφική. Μιλά πολύ καθαρά για αυτούς τους χαρακτήρες, για το ανεκπλήρωτο του έρωτα. Καταφέρνει να συγκινήσει και διαδραματίζεται σε μια εποχή που η Ελλάδα περνάει δυσκολίες. Έπειτα, είναι ο τρόπος που το προσέγγισε ο Νίκος Κουτελιδάκης. Το γλυκό έδεσε πολύ καλά και με τους ηθοποιούς, τους τεχνικούς. Πιστέψαμε όλοι πάρα πολύ σε αυτό. Όταν βγήκε η ταινία, φάνηκε ότι ο κόσμος έχει μεγάλη ανάγκη και από μια τέτοια ιστορία.

Γενικά, πιστεύω πολύ στη μεταφορά λογοτεχνικών κειμένων στον κινηματογράφο. Και η ταινία του Νίκου Παναγιωτόπουλου βασίζεται σε βιβλίο. Οι Αμερικάνοι το έκαναν αυτό από πάντα. Πιστεύω ότι μια ολοκληρωμένη ιστορία, όταν έχει γραφτεί πρώτα σε βιβλίο και ύστερα παίρνει τον δρόμο της να γίνει ταινία, σού δίνει πολλές λεπτομέρειες που αν ήταν απλό σενάριο μπορεί να μην τις είχε σκεφτεί κάποιος.


Οι Έλληνες σκηνοθέτες είναι, βέβαια, λίγο διστακτικοί ως προς τη μεταφορά βιβλίων στο σινεμά...

Είναι θέμα χρημάτων. Έχουμε τόσο μεγάλη λογοτεχνία σαν χώρα, μπορείς να πάρεις πράγματα εποχής που έχουν γραφτεί τα τελευταία 300 χρόνια και να τα κάνεις ταινία. Αν και στην Ελλάδα γίνονται μεν ταινίες τα τελευταία χρόνια, το μπάτζετ είναι πολύ μικρό. Είναι πολύ δύσκολο να κάνεις μια ταινία μεγάλου προϋπολογισμού.


Έχοντας δουλέψει και σε μεγαλύτερου και σε μικρότερου προϋπολογισμού ταινίες, ποιο πιστεύεις ότι είναι το μέλλον του ελληνικού σινεμά;

Αυτή τη στιγμή υπάρχει μια προσπάθεια να βρεθεί μια ταυτότητα. Στο σινεμά μπορείς, βέβαια, να μιλήσεις για τα πάντα, δεν χρειάζεται να έχεις ταυτότητα. Όμως, είναι σημαντικό να βρει ο καλλιτέχνης την αλήθεια του, να δουλέψει ο σκηνοθέτης πάνω σε αυτήν. Να βάλει μια ιδέα στο χαρτί, να τη δείξει σε κάποιους ανθρώπους, να βάλει το μάτι του στην κάμερα και να τη διηγηθεί με τη δική του, προσωπική αλήθεια. Στην Ελλάδα, επειδή προβάλλονται πολλές δουλειές από το εξωτερικό, κάποιοι σκηνοθέτες μιμούνται και αυτό φαίνεται. Και επειδή συνήθως δεν υπάρχει ένα δεμένο σενάριο, εκεί φαίνονται οι ατέλειες.


Μίλησε μου λίγο για την ταινία του Γιάννη Φάγκρα, Forget me not.

Η ταινία δεν έχει προβληθεί ακόμα και μάλλον θα προβληθεί μετά το καλοκαίρι. Πιστεύω και σε αυτήν πάρα πολύ. Είναι ένα road-boat movie και αν μη τι άλλο θα έχει όμορφες εικόνες. Σηκώθηκαν, τώρα, μερικοί τρελοί Έλληνες και πήγαν στην Αλάσκα και τη Νέα Ορλεάνη να κάνουν γυρίσματα... και ντοκιμαντερίστικα να το δεις έχει ενδιαφέρον. Έχει μια απλή, γλυκιά ιστορία που θυμίζει Τζάρμους. Πιστεύω ότι θα βρει το κοινό της.


Μένεις στο κέντρο της Αθήνας. Πώς έχεις δει να αλλάζει η κατάσταση τα τελευταία χρόνια;

Υπερβολικά πολύ. Μετά από το 2002 που γύρισα από Νέα Υόρκη και πήγα να μείνω στου Ψυρρή, έβλεπες να έρχονται Κινέζοι και Πακιστανοί μετανάστες, να ανοίγουν μαγαζάκια, πολύ όμορφα, δεν πείραζαν κανέναν. Μετά ήρθε η Ολυμπιάδα και όλα ήταν πεντακάθαρα, υπέροχα. Και οκτώ μήνες μετά την Ολυμπιάδα έγινε χαμός. Ήρθε ο ΟΚΑΝΑ στην περιοχή, άνοιξαν πολλά μαγαζιά, αν και υπήρχαν ήδη πολλά, ήρθαν οι ιερόδουλες και αυτό έκανε την περιοχή έναν κακό αχταρμά. Αν και δεν θεωρώ όμορφη πόλη την Αθήνα, πιστεύω ότι μπορείς να δεις ομορφιές στην ασχήμια. Εκείνη την περίοδο, όμως, ήταν υπερβολικά άσχημη. Τον τελευταίο χρόνο έχουν βελτιωθεί κάπως τα πράγματα στου Ψυρρή, όπου μένω, αλλά και πάλι αν περπατήσω λίγο παρακάτω από από το σπίτι μου, ίδια έχει μείνει η κατάσταση. Έφυγε από μένα και πήγε λίγο πιο κάτω. Είναι δίπλα μου πάλι και το νιώθω.


Τι σκέφτεσαι για την κατάσταση που βλέπεις γύρω σου; Υπάρχει τρόπος να αντιδράσει κανείς;

Αυτό που έγινε με τους Αγανακτισμένους ήταν κατά τη γνώμη μου κάτι πολύ σημαντικό. Το ότι δεν είχε κάποια εξέλιξη, με στεναχώρησε και με πλήγωσε. Πήγαινα κατά καιρούς, άκουγα συζητήσεις και είδα ανθρώπους να μιλάνε χωρίς να τους απασχολούν τα κομματικά που έχουν καταστρέψει αυτή τη χώρα. Μιλούσε ο άνθρωπος για τον άνθρωπο, για αυτή τη χώρα, για να κάνουμε λίγο καλύτερο το μέλλον μας. Ίσως και για να αλλάξει κανείς μόνο το δικό του κομμάτι. Αν δεν δουλεύεις τα ελαττώματά σου, θα καταλήξεις να απομονωθείς. Αυτήν την περίοδο είμαστε αρκετά ευάλωτοι, δεν έχουμε δουλέψει και το «μέσα» μας σαν χώρα και έχουν γίνει πολλά λάθη από τους πολιτικούς. Έχω βαρεθεί να μιλάω για την πολιτική, μου φαίνεται σικέ όλο αυτό το παιχνίδι. Δεν σημαίνει ότι δεν αντιδρώ, αλλά βλέπω ότι τώρα που μπαίνουμε σε μια προεκλογική περίοδο λένε πάλι: «θα υπερασπιστώ το κόμμα μου». Η χώρα καίγεται και εσύ λες «θα κάνω τα πάντα για το κόμμα μου, για την παράταξη μου»;


Νομίζεις ότι φταίει η συλλογική απογοήτευση για το ότι δεν εξελίχθηκε το κίνημα των Αγανακτισμένων;

Νομίζω ότι είναι ίδιον του ανθρώπου, όταν δεν έχει βρει κανείς τον πραγματικό στόχο του, τότε «ξενερώνει». Αυτό που σου αρέσει πρέπει να πας να το κάνεις. Και δώσε το στον κόσμο να το δει και εκεί θα κριθεί. Εάν το αφήσεις, κάποια στιγμή σε κουράζει και παύει να σου αρέσει. Είναι σαν τον έρωτα.


Τι άλλο ετοιμάζεις;

Είμαι στο θέατρο Ροές μέχρι τις 3 Απρίλη, στο Steady Rain σε σκηνοθεσία Αντώνη Καφετζόπουλου. Μετά το Πάσχα θα κάνω δύο ταινίες, μία δύο παιδιών εδώ και μία στην Αγγλία, που θα είναι και ιστορία με βαμπίρ. Συζητάω κάποια πράγματα για το καλοκαίρι και για τηλεόραση και για θέατρο και για σινεμά. Χτυπάω ξύλο στην εποχή που ζούμε. Κι εγώ δεν χαίρομαι τα πράγματα όπως τα χαιρόμουνα παλιότερα. Αλλά με βοηθάει η δουλειά να μην πάρω την κάτω βόλτα.


* Η ταινία «Δεσμά Αίματος» προβάλλεται από την περασμένη Πέμπτη στον κινηματογράφο «Αθήναιον», στους Αμπελόκηπους.

 
Πηγή:  http://www.in.gr/