Εξακολουθούν να θέτουν εμπόδια στην αγορά γης από κατοίκους ελληνικής καταγωγής ενώ δεν δημιουργούν κανένα ζήτημα για τους βέρους τούρκους
ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΑΝΑΛΥΤΙΚΑ
Τα εμπόδια που προβάλλουν οι τουρκικές αρχές στην απόκτηση ακίνητης περιουσίας στην Ίμβρο από Ελληνικής καταγωγής πολίτες της Τουρκίας, με βάση κρατικές αποφάσεις, αποκαλύπτει τουρκική ειδησεογραφική ιστοσελίδα κάνοντας λόγο για σχετική δίκη, που βρίσκεται σε εξέλιξη.
ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΑΝΑΛΥΤΙΚΑ
Τα εμπόδια που προβάλλουν οι τουρκικές αρχές στην απόκτηση ακίνητης περιουσίας στην Ίμβρο από Ελληνικής καταγωγής πολίτες της Τουρκίας, με βάση κρατικές αποφάσεις, αποκαλύπτει τουρκική ειδησεογραφική ιστοσελίδα κάνοντας λόγο για σχετική δίκη, που βρίσκεται σε εξέλιξη.
Ειδικότερα, η ιστοσελίδα «bianet» επικαλείται τον Τούρκο δικηγόρο Ερχάν Πεκτσέ, σύμφωνα με τον οποίο η νομική υπηρεσία της Διεύθυνσης Κτηματολογίου, σε έγγραφό της, υπογραμμίζει ότι «υπάρχουν σε σχέση με την Ίμβρο και την Τένεδο, αποφάσεις του Συμβουλίου Ασφαλείας, πρωτόκολλα μεταξύ υπουργείων και μια σειρά από διοικητικές ρυθμίσεις». Το έγγραφο σχετίζεται με τη δικαστική διαδικασία που ξεκίνησε με αφορμή την επιθυμία Ελληνίδας της Ίμβρου και του μέλλοντα συζύγου της, ο οποίος είναι επίσης Τούρκος πολίτης, αλλά τουρκικής καταγωγής, να αγοράσουν ακίνητο στον Ίμβρο.
Σύμφωνα με την είδηση, ο πατέρας της Ελληνίδας της Ίμβρου αποφάσισε να αγοράσει στο νησί ένα οικόπεδο για την κόρη του, αλλά η απάντηση που έλαβε από το Κτηματολόγιο ήταν το ότι αυτό προϋποθέτει μακρόχρονη διαδικασία, επειδή είναι Έλληνας και ότι η διαδικασία θα ήταν πιο απλή εάν το οικόπεδο αγοραζόταν στο όνομα του μέλλοντα συζύγου, επειδή αυτός είναι τουρκικής καταγωγής.
Ο δικηγόρος αναφέρει ότι όταν ασχολήθηκε ο ίδιος με την υπόθεση, έλαβε από το Κτηματολόγιο την απάντηση ότι «όταν κάποιος ελληνικής καταγωγής πολίτης της Τουρκίας εκδηλώνει επιθυμία για αγορά ακινήτου, παραπέμπουμε το αίτημα στην περιφερειακή διοίκηση της Διεύθυνσης Κτηματολογίου, η οποία απευθύνεται στο τμήμα αλλοδαπών της ασφάλειας και τη ΜΙΤ (υπηρεσία πληροφοριών). Ορισμένες φορές η διαδικασία κρατά έως και δύο χρόνια, ενώ υπάρχουν και αρνητικές απαντήσεις, όπως συνέβη σε δύο περιπτώσεις».
.