Τρίτη 10 Μαΐου 2011

Τρεις καλλιτέχνες από τον Έβρο στην Εθνική… Θεάτρου

Πρωταγωνιστούν στην παράσταση του Εθνικού Θεάτρου «Η Τρισεύγενη», που παρουσιάζεται αυτή την εποχή, αποδεικνύοντας για μια ακόμη φορά το πλούσιο δυναμικό της περιοχής

ΠΟΙΟΙ ΕΙΝΑΙ;;;

Τρεις άνθρωποι της τέχνης που κατάγονται από τον Έβρο, πρωταγωνιστούν στην παράσταση του Εθνικού Θεάτρου «Η Τρισεύγενη», που παρουσιάζεται αυτή την εποχή, αποδεικνύοντας για μια ακόμη φορά το πλούσιο δυναμικό που διαθέτει η ακριτική περιοχή. Πρόκειται για τους ηθοποιούς Χρήστο Στέργιογλου από το Διδυμότειχο, την Γαλήνη Χατζηπασχάλη από την Αλεξανδρούπολη και την χορογράφο από τα Δίκαια Αποστολία Παπαδαμάκη. Με τους Εβρίτες καλλιτέχνες συναντηθήκαμε στο φουαγιέ του Εθνικού Θεάτρου, λίγο πριν από μια εξαντλητική, πολύωρη, πρόβα και συζητήσαμε για την Τρισεύγενη, το μοναδικό θεατρικό έργο του Κωστή Παλαμά, από τα σπουδαιότερα έργα της νεοελληνικής δραματουργίας, τη συνεργασία τους στην παράσταση και για τον Έβρο, που αποτελεί πηγή έμπνευσης και δημιουργίας.


Χρήστος Στέργιογλου: Έργο ποιητικό και ανθρώπινο

«Καταρχάς η Τρισεύγενη είναι ένα πολύ ωραίο έργο. Είναι το μοναδικό θεατρικό έργο που έγραψε ο Παλαμάς και αυτό που είναι το απόλυτο στο έργο είναι ότι αναφέρεται στον έρωτα, στην ελευθερία και στο θάνατο. Καμιά φορά ακόμα και ο έρωτας είναι σκλαβιά, από την άποψη ότι δεν αγαπάμε τον άνθρωπο όπως είναι αυτός, αλλά όπως θέλουμε εμείς να είναι. Οπότε είναι παγκόσμιο και διαχρονικό. Ο Παλαμάς το διαχειρίζεται πάρα πολύ καλά. Πάνω σ’ αυτό αναφέρεται το έργο. Εγώ υποδύομαι έναν αγροφύλακα που λέγεται Μπουρνόβας και είναι παλαιών αρχών. Έχω εικόνες από αγροφύλακες, τότε που ζούσα στο Διδυμότειχο. Εχω δηλαδή την εικόνα ενός αγροφύλακα που όταν κλέβαμε τα μήλα μας κυνηγούσε. Πηγαίναμε εμείς μικρά παιδιά και κόβαμε τα φρούτα και ο αγροφύλακας με μια σφυρίχτρα και μια «βίτσα» μας κυνηγούσε. Μια φορά με έπιασε και με πήγε στη μάνα μου και της είπε «ο γιος σου κλέβει». Αυτόν τον θυμάμαι πάρα πολύ καλά, τον έχω τώρα στο μυαλό μου, έτσι όπως ήταν. Τον έχω πολύ ζωντανά στο μυαλό μου, την συμπεριφορά που είχε. Τη δουλειά του έκανε ο άνθρωπος, εκείνη την μέρα φαίνεται όμως ότι θα είχε τις μαύρες του και ξέσπασε σε μένα. Ε! λοιπόν αυτός ο αγροφύλακας που υποδύομαι στην παράσταση έχει συνέχεια τις μαύρες του. Είναι ένα ποίημα το έργο και βαθειά ανθρώπινο»

-Το Διδυμότειχο δηλαδή συνεχίζει να σου δίνει «πράγματα»

«Βέβαια. Μέχρι τα δεκαοκτώ μου εκεί μεγάλωσα. Από εκεί βγήκα. Αυτό με γέννησε. Αυτό δεν μπορείς να το αποφύγεις. Αν προσπαθήσεις να το αποφύγεις θα πρέπει να είσαι πολύ μεγάλος βλάκας ή να αρνηθείς τις ρίζες σου. Αν κάνεις ότι το αρνείσαι τότε δεν είσαι εσύ.»

-Η συνεργασία σου στην παράσταση με την Λία Παπαδαμάκη και την Γαλήνη Χατζηπασχάλη, πως είναι;

«Με την Αποστολία και τη Γαλήνη έχω συναισθηματικό δέσιμο. Δεν μπορώ να είμαι αντικειμενικός. Δεν μπορώ να είμαι αντικειμενικός με τον Έβρο γενικότερα. Αυτό που μου συμβαίνει ας πούμε και τώρα με την Αποστολία και τη Γαλήνη είναι ότι είμαι σίγουρος ότι αγαπιόμαστε. Οπότε αυτό σου δίνει μια μεγάλη ελευθερία.»


Αποστολία Παπαδαμάκη: « Ένα έργο που αφορά τη διαφορετικότητα»

«Στην Τρισεύγενη έχω τη χαρά να ξανασυνεργάζομαι με τη Λυδία Κονιόρδου για πέμπτη φορά. Επίσης στο θίασο υπάρχουν πάρα πολύ καλοί Έλληνες ηθοποιοί που έχω ξαναδουλέψει μαζί τους οπότε έχω την άνεση της επικοινωνίας. Για μένα η Τρισεύγενη είναι ένα έργο που αφορά τη διαφορετικότητα. Τη διαφορετικότητα με την έννοια ότι όταν ένας άνθρωπος είναι διαφορετικός δεν θέλει να ενταχθεί στο κοινωνικό σύστημα με τον τρόπο που οι άλλοι το βλέπουν και ταυτόχρονα είναι και πάρα πολύ χαρισματικός, τότε υπάρχει συνήθως κάτι το τραγικό στη ζωή αυτού του ανθρώπου. Συγκεκριμένα η Τρισεύγενη αυτοκτονεί γιατί δεν μπορεί να δεχτεί ότι θέλουν να της «φορέσουν» όλο αυτό το σύστημα που οι άλλοι φοράνε και γι’ αυτό με συγκινεί ιδιαίτερα. Ο τρόπος που το ανεβάζει η Λυδία έχει πάρα πολύ ενδιαφέρον για μένα γιατί παρουσιάζει μια μικρή κοινωνία, ένα μικρό χωριό, όπου εκεί βλέπουμε πάρα πολλούς χαρακτήρες από την κυρία κουτσομπόλα, μέχρι την πιο συντηρητική, την κοπέλα, το κοριτσόπουλο, τον αγροφύλακα, τους μουσικούς, διάφορους χαρακτήρες και από την αρχή μέχρι το τέλος του έργου έχει κινησιολογία. Δηλαδή για τους ηθοποιούς είναι πάρα πολύ δύσκολο γιατί είναι σχεδόν δαντέλα πλεγμένη από την αρχή μέχρι το τέλος όσο αφορά την κίνηση. Την γραμμή τη δίνει η Λυδία, αλλά εγώ έχω σαν αποστολή μου να υλοποιήσω αυτό το όραμα που η Λυδία βλέπει μπροστά της. Τους βλέπει τρισδιάστατους αυτούς τους χαρακτήρες και με ένα τρόπο που δεν μπορεί να γίνει φολκλόρ. Δηλαδή παρόλο που κουβαλάνε στάμνες, καλάθια, σεντόνια, κάνουν όλες τις δουλειές που κάνουν οι άνθρωποι σε ένα χωριό, πρέπει με κάποιο τρόπο αυτό να είναι δοσμένο με πάρα πολύ σύγχρονο και ποιητικό τρόπο και όχι φολκλόρ. Εκεί είναι η δυσκολία του. Είναι πάρα πολύ δύσκολο. Το φολκλόρ είναι πολύ εύκολο να το αναπαράγεις. Το να πάρεις όμως κινήσεις που ανήκουν στην ιστορία του τόπου και να τις κάνεις στο θέατρο με ένα τρόπο που δεν είναι κιτς, είναι σαν πίνακα ζωγραφικής που κινείται το όλο έργο. Αν πάρουμε εικόνες, φωτογραφίες από τα χωριά μας και προσπαθήσουμε να τις βάλουμε σε κίνηση, κάπως έτσι είναι η τρισεύγενη. Μου αρέσει πάρα πολύ αυτή η γραμμή που δίνει η Λυδία.»

-Στην παράσταση έχεις μεταφέρει και εικόνες από τα χωριά του Έβρου;

«Και εγώ όπως και ο Χρήστος μεγάλωσα στα Δίκαια, στην Ορεστιάδα και στην Αλεξανδρούπολη. Όσο ήμουν στην Αλεξανδρούπολη πηγαίναμε στο Σπήλαιο, που είναι το χωριό του πατέρα μου και έχω εικόνες ακόμα το πως το γάλα στο ντορβά το κάνανε βούτυρο, πως μαζεύαμε από τις κότες τα αυγά, πως κυνηγούσαμε αλεπούδες στο λόφο, από τα χιόνια, τις παγίδες για τα πουλιά, πως απλώνανε τα ρούχα. Δεν έχω μεταφέρει μια συγκεκριμένη εικόνα, αλλά όλη αυτή η εμπειρία μου ως παιδί με έχει βοηθήσει γενικότερα στην κίνηση και στη χορογραφία. Όπως επίσης και το να νιώθεις ότι μπορείς να κινείσαι στο χώρο άνετα, δηλαδή να σκαρφαλώνεις στα δέντρα, στα ποτάμια, στα κατσάβραχα. Αυτά είναι εμπειρίες που είναι πάρα πολύ χρήσιμες για το θέατρο και για το χορό βέβαια, αλλά τώρα μιλάμε για το θέατρο συγκεκριμένα. Πέρα από το κείμενο κοιτάξαμε με τη Λυδία πάρα πολλά βιβλία, από φωτογραφικά άλμπουμ, από χαμένα επαγγέλματα που δεν υπάρχουν πια στην Ελλάδα, φωτογραφίες από έθιμα και τελετές που ακόμα γίνονται, απόκριες, Χριστούγεννα, φώτα κ.λ.π. και ήταν υλικό που δείξαμε και στους ηθοποιούς. Από εκεί και πέρα το πιο δύσκολο που συμβαίνει είναι η ρυθμολογία των σκηνών και της κίνησης. Και σ’ αυτήν είναι που αποφεύγουμε το φοκλόρ και πάμε στο πιο σύγχρονο. Δηλαδή υπάρχει μια τεχνοτροπία μίνιμαλ που γίνεται επανάληψη πολλών κινήσεων, πολλών ήχων και αυτό είναι που θα το φέρει στο σήμερα. Όπως επίσης και η χρήση των κουστουμιών. Δηλαδή η κίνηση γίνεται με τα μαντήλια στο κουστούμι που φοράνε οι γυναίκες. Πως τα διπλώνουν, πως τα τινάζουν, πως τα πετάνε στον αέρα όταν χορεύουν. Έχει και κάποιους χορούς μέσα. Έχει ένα τραγούδι που λέγεται η Παναγιά του Γερανού και φέρνει κάτι από τη Θράκη, σαν συγκαθιστός είναι. Εκεί έχω βάλει μια νότα, μια πινελιά. Στο τραγούδι αυτό η Γαλήνη είναι που έδωσε ρέστα .»

-Πως είναι το κλίμα της συνεργασίας σου στην παράσταση με τους άλλους δυο καλλιτέχνες από τον Έβρο, τον Χρήστο Στέργιογλου και την Γαλήνη Χατζηπασχάλη;

«Με τον Χρήστο γνωριζόμαστε πάρα πολλά χρόνια και είναι ευτυχία να δουλεύουμε μαζί. Ο Χρήστος καταρχήν είναι ένας ηθοποιός ο οποίος είναι τρομερά επαγγελματίας. Δεν έχει καμία σημασία το πόσο γνωστός είναι. Έρχεται πάντα νωρίτερα από όλους. Ζεσταίνεται πάντα, κάνει ζέσταμα. Συνεχώς μελετάει, έχει χιούμορ, δεν θα κακίσει κανένα, δεν θα νευριάσει ποτέ, διεκδικεί αυτό που θέλει με ένα πάρα πολύ ωραίο τρόπο και είναι μια εξαιρετική προσωπικότητα καλλιτέχνη και γι’ αυτό τον εκτιμώ ιδιαίτερα, πέρα από το γεγονός ότι είναι εξαιρετικός ηθοποιός. Την Γαλήνη δεν την ήξερα, ούτε εκείνη με ήξερε. Πρώτη φορά τώρα γνωριστήκαμε και είναι εξαιρετική επίσης. Είναι η πρώτη μας συνεργασία και η πρώτη γνωριμία. Έχει πάρα πολύ ωραίο χιούμορ πάνω στη σκηνή και στην κίνηση αντιλαμβάνεται αμέσως ότι και να της πω. Δηλαδή με κλειστό μάτι ας πούμε. Της λέω αυτό και αμέσως. Τρομερή συνεννόηση. Υπάρχει κάτι που ξεχωρίζει δηλαδή. Και στη Γαλήνη και στο Χρήστο και σε μένα υπάρχει ένας επαγγελματισμός πάρα πολύ καλός, αλλά και συγχρόνως και μια ελαφρότητα, με την καλή έννοια, ότι δηλαδή δεν είμαστε και τόσο σημαντικοί, ότι ταλέντο και αν έχουμε, η ζωή είναι σημαντική.»


Γαλήνη Χατζηπασχάλη: Χαίρομαι για τη συνεργασία μας

«Ο ρόλος που παίζω στην Τρισεύγενη είναι της Πραξιθέας, μία κοπέλα του χωριού που εύκολα αλλάζει γνώμες, που θαυμάζει και ταυτόχρονα ζηλεύει την Τρισεύγενη. Μία κοινή κοπέλα που όμως και αυτή μαζί με τις υπόλοιπες γειτόνισσες γλωσσοτρώει και ευθύνεται για τον θάνατο της Τρισεύγενης. Όταν έμαθα ότι στο θίασο θα είμαι με τον κύριο Στέργιογλου και χορογράφος θα είναι η κυρία Παπαδαμάκη, χάρηκα ιδιαίτερα. Συμβαίνει με τον κύριο Στέργιογλου να έχουμε και μια ιδιαίτερη επικοινωνία και πιστεύω πως έχει κάποια σχέση η κοινή μας καταγωγή.»


Το έργο

Η «Τρισεύγενη», το μοναδικό θεατρικό έργο του Κωστή Παλαμά, γράφτηκε το 1902 και «μετράει» έως σήμερα τέσσερις παραστάσεις στο Εθνικό Θέατρο. Από τα σπουδαιότερα κείμενα της νεοελληνικής δραματουργίας, η «Τρισεύγενη», είναι ένα έργο βαθιά ποιητικό και συμβολικό. Στη «μοναχοκόρη» του Κωστή Παλαμά, η μορφή της Τρισεύγενης γίνεται το σύμβολο του ανθρώπου που διεκδικεί το δικαίωμα να ζει ελεύθερα πέρα από τα στενά όρια των κοινωνικών συμβάσεων. Η «Τρισεύγενη», έργο νεωτερικό για την εποχή του, προκάλεσε την τότε κριτική αγνοώντας τις καθιερωμένες δραματουργικές συμβάσεις, η ποιητική του αξία όμως παραμένει αδιαμφισβήτητη.

Η Λυδία Κονιόρδου σκηνοθετεί αυτό το κείμενο – σταθμό στην νεοελληνική δραματουργία με τη Στεφανία Γουλιώτη στον πρωταγωνιστικό ρόλο και σημειώνει:

Με αφορμή μια απλή ιστορία ανεπίδοτης αγάπης, ο Παλαμάς χτίζει με σοφή θεατρική αρμοδεσιά και ολοκληρωμένους χαρακτήρες ρόλους – πρόκληση για τον ηθοποιό – ένα οιστρήλατο γνήσια θεατρικό έργο που αναδεικνύει με πάθος τις κυρίαρχες ιδέες και τις συγκρούσεις τους που χαρακτηρίζουν την σημερινή πραγματικότητα έτσι όπως αυτή ξεδιπλώνεται στα έκπληκτα, εφησυχασμένα μάτια της εποχής μας.

Αναδεικνύει ιδέες όπως η αδιέξοδη εμμονή στην ύλη, η ιδιοτέλεια με τον πλούτο, η απόρριψη της διαφορετικότητας, η φυλακισμένη αγάπη, η καταστροφή της ομορφιάς και της φύσης, η περιθωριοποίηση της τέχνης ως περιττής πολυτέλειας σε αντίθεση με την απελευθέρωση της ψυχής από την φυλακή της ύλης, την επίγνωση πως «όλα ένα είναι», την γενναιοδωρία με τα υλικά δώρα της Γης, την αποδοχή του διαφορετικού, την αλληλεγγύη, την διεύρυνση της συνείδησης με την επίγνωση ότι η τέχνη μετατρέπει την θνητή εμπειρία του σώματος σε αθάνατο τραγούδι.

Η Τρισεύγενη, κόρη του Δεντρογαλή, όμορφη, εκρηκτική και ορμητική, «νεράιδα μαζί και άνθρωπος» έχει κερδίσει όλο το χωριό με την ευγενική και αθώα της ψυχή. Η θέλησή της για ζωή και ελευθερία είναι ασυγκράτητη και το πνεύμα της αδάμαστο και ανυπόταχτο. Αναζητώντας τον έρωτα, εναντιώνεται στον πατέρα της και παντρεύεται τον Πέτρο Φλώρη, το γιο του θανάσιμου εχθρού του. Η επιθυμία της για ελευθερία θα την φέρει όμως τελικά σε σύγκρουση με την κλειστή και στενόμυαλη ηθική της κοινωνίας όπου ζει, χωρίς οδό διαφυγής.

Πρωταγωνιστούν: Στεφανία Γουλιώτη, Νίκος Κουρής, χρήστος Στέργιογλου, Γαλήνη Χατζηπασχάλη, Γιώργος Γάλλος, Φαίδων Καστρής, Αργύρης Πανταζάρας, Αγορίτσα Οικονόμου, Δημήτρης Παπανικολάου, Μαριάννα Δημητρίου, Ευγενία Αποστόλου, Τζίνα Θλιβέρη, Σεβίλλη Παντελίδου, Αμαλία Τσεκούρα, Μιχάλης Καταχανάς, Κώστας Κοράκης, Ντένης Μακρής, Γιάννης Παπαδόπουλος, Αποστόλης Ψαρρός.

Υπεύθυνη για την κίνηση είναι η Αποστολία Παπαδαμάκη, τα σκηνικά είναι του Βασίλη Μαντζούκη, τα κοστούμια του Άγγελου Μέντη, η μουσική του Τάκη Φαραζή, οι φωτισμοί του Λευτέρη Παυλόπουλου, δραματολόγος η Εύα Σαραφά, βοηθός σκηνοθέτη η Άννα Τσαπάρα και βοηθός χορογράφου η Ανδρονίκη Χριστάκη.

 
Πηγή:  http://www.gnomionline.gr/