Μέσα από το νέο βιβλίο «Δράμα 1941: Μία παρεξηγημένη εξέγερση» φωτίζεται μία άγνωστη ιστορία ηρωισμού και εθνικού μεγαλείου, που όμως για πολιτικούς λόγους «θάφτηκε» τη μεταπολεμική περίοδο
ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΑΝΑΛΥΤΙΚΑ
Μέσα από το νέο βιβλίο του Σπύρου Κουζινόπουλου «Δράμα 1941: Μία παρεξηγημένη εξέγερση», που κυκλοφορεί σε λίγες ημέρες από τις εκδόσεις «Καστανιώτη», φωτίζεται μία άγνωστη ιστορία ηρωισμού και εθνικού μεγαλείου, που όμως για πολιτικούς λόγους «θάφτηκε» τη μεταπολεμική περίοδο.
Μία φούχτα επαναστάτες ξεσηκώνουν το λαό της Δράμας σε εξέγερση, στις 28 Σεπτεμβρίου 1941, κατά της φριχτής βουλγαρικής κατοχής. Για ένα 24ωρο περίπου, οι εξεγερμένοι καταλύουν την εξουσία των βουλγαρικών κατοχικών δυνάμεων, καταλαμβάνουν αστυνομικούς σταθμούς και κρατικά κτίρια, διώχνουν τους κατακτητές από πολλά χωριά της Δράμας.
Η εξέγερση, που οργανώθηκε από την τοπική οργάνωση του ΚΚΕ και τον αρχηγό της, Παντελή Χαμαλίδη, ήρθε ως συνέπεια της άγριας καταπιεστικής κατοχής που είχαν επιβάλει οι βούλγαροι εισβολείς, όταν μετά τις 22 Απριλίου 1941 εισέβαλαν στην Ανατολική Μακεδονία και Θράκη. Η παραχώρηση της περιοχής ήταν ένα «δώρο» του Χίτλερ στον βούλγαρο τσάρο Βόρις, για τη βοήθεια που του είχε προσφέρει ο τελευταίος στην κατάληψη από τις σιδερόφραχτες στρατιές του Γ' Ράιχ, της Ελλάδας και της Γιουγκοσλαβίας.
Οι Βούλγαροι, αμέσως μετά την εισβολή τους στο ελληνικό έδαφος, επιδόθηκαν σε μία πρωτοφανή προσπάθεια εκβουλγαρισμού της περιοχής από τον Στρυμόνα μέχρι τον Εβρο. Απαγόρευσαν τη χρήση της ελληνικής γλώσσας, έκλεισαν τα σχολεία και τις εκκλησίες, κατέβασαν τις ελληνικές πινακίδες από τα καταστήματα, επέβαλαν στους καταστηματάρχες να βάλουν βούλγαρο συνέταιρο, εξανάγκασαν περισσότερους από 110.000 Ελληνες να εγκαταλείψουν την περιοχή, που την κατέστησαν επαρχία του βουλγαρικού κράτους με το όνομα «Μπελομόριε».
Η αφόρητη αυτή κατάσταση είχε ως συνέπεια να δυναμώσει το κίνημα αντίστασης στην περιοχή. Η οργάνωση Δράμας του ΚΚΕ με τον γραμματέα της, Παντελή Χαμαλίδη, δίνει εντολή για συγκέντρωση οπλισμού και αποφασίζει την οργάνωση εξέγερσης, ερμηνεύοντας λαθεμένα απόφαση του Μακεδονικού Γραφείου του ΚΚΕ, που δύο εβδομάδες νωρίτερα, σε μυστική σύσκεψη στελεχών του, στην Ηλιοκώμη Σερρών, είχε δώσει εντολή για τη διενέργεια πράξεων σαμποτάζ κατά των αρχών κατοχής σε όλη τη Βόρεια Ελλάδα.
Οι επαναστάτες καταφέρνουν να πυρπολήσουν το εργοστάσιο ηλεκτροφωτισμού της Δράμας, επιτίθενται στο σιδηροδρομικό σταθμό, χτυπούν τους στρατώνες του πεζικού και του πυροβολικού μέσα στην πόλη, ενώ στα γύρω χωριά εκδιώκουν ή εκτελούν τους διορισμένους βουλγάρους προέδρους κοινοτήτων, πυρπολούν τα αστυνομικά τμήματα, καταλύουν τη βουλγαρική εξουσία.
Η απάντηση των βουλγάρων κατακτητών έρχεται σκληρή και αδυσώπητη μία ημέρα μετά. Πάνω από 3.000 Ελληνες εκτελούνται στην πόλη και την περιοχή της Δράμας χωρίς δίκη, εκατοντάδες άλλοι υποβάλλονται σε σκληρά βασανιστήρια και οδηγούνται στις βουλγαρικές φυλακές, 67 χωριά πυρπολούνται και καταστρέφονται ολοσχερώς, ενώ εξαπολύεται ένα απίστευτο κυνηγητό εναντίον κάθε ελληνικού στοιχείου.
Είναι συγκλονιστική η περιγραφή για την ομαδική εκτέλεση 144 κατοίκων που έγινε στα Κύργια της Δράμας : «Τρεις μέρες έμειναν στο ύπαιθρο οι σκοτωμένοι. Και την τέταρτη επιτράπηκε στις γυναίκες να τους θάψουν. Ο θρήνος τους ακούστηκε σε όλο τον κάμπο. Οι περισσότεροι δεν μπόρεσαν να αναγνωρίσουν τους δικούς τους. Ηταν παραμορφωμένοι από τις σφαίρες και τις χειροβομβίδες μα πιο πολύ από τα πεινασμένα τσομπανόσκυλα κι από τα κοράκια, που είχαν ξεσκίσει τις ματωμένες σάρκες των νεκρών».
Μία ημέρα πριν την εξέγερση, στις 27 Σεπτεμβρίου 1941, τα στελέχη του Μακεδονικού Γραφείου του ΚΚΕ πληροφορούνται στη Θεσσαλονίκη ότι ετοιμάζεται επανάσταση στη Δράμα. Και καθώς τη θεωρούν πρόωρη, αποφασίζουν να μεταβούν στην Ανατολική Μακεδονία για να την εμποδίσουν. Περνούν κρυφά τον ποταμό Στρυμόνα που ήταν το όριο μεταξύ γερμανοκρατούμενης και βουλγαροκρατούμενης Ελλάδος, μόλις όμως φτάνουν στο χωριό Μυρίνη Σερρών, όπου λειτουργούσε «γιάφκα» του κόμματος, πληροφορούνται την έναρξη της εξέγερσης. Το μόνο που πετυχαίνουν είναι να αποτρέψουν την εξάπλωσή της στα χωριά του Παγγαίου. Και καθώς οι κατακτητές πραγματοποιούν εκτεταμένες έρευνες για τη σύλληψη των επαναστατών, αποφασίζουν να επιστρέψουν πίσω στη γερμανοκρατούμενη περιοχή. Πριν περάσουν όμως το Στρυμόνα, πέφτουν πάνω σε βουλγαρική περίπολο που τους εκτελεί στις 5 Οκτωβρίου 1941. Επρόκειτο για τους Απόστολο Τζανή, Παρασκευά Δράκο, Μωυσή Πασχαλίδη και τα αδέλφια Λάμπρο και Αραμπατζή Μαζαράκη.
Μετά την κατάπνιξη της εξέγερσης, οι επαναστάτες της Δράμας καταφεύγουν στο βουνό Τσάλνταγ, όπου τους επόμενους μήνες και μέχρι το καλοκαίρι του 1942 θα εξοντωθούν μέχρι ενός από τους κατακτητές.
Μετά την απελευθέρωση της χώρας, τον Οκτώβριο του 1944, η εξέγερση της Δράμας συκοφαντείται, καθώς διατυπώνεται αστήρικτα ο ισχυρισμός ότι δεν επρόκειτο περί γνήσιας λαϊκής εξέγερσης, αλλά για «προβοκάτσια». Καθώς, όπως διατείνονταν, τα μέλη του ΚΚΕ στη Δράμα υποκινήθηκαν από τους βουλγάρους κατακτητές να οργανώσουν το κίνημα, προκειμένου να μπορέσουν οι τελευταίοι να προχωρήσουν στην εξόντωση του ελληνικού πληθυσμού στην Ανατολική Μακεδονία και Θράκη. Δυστυχώς, παρά τα στοιχεία που υπήρχαν, η άποψη εκείνη επικρατεί μεταξύ όλων των πολιτικών δυνάμεων της χώρας. Με συνέπεια η ηρωική εκείνη εξέγερση να «θαφτεί» για μισό και πλέον αιώνα.
Ο Σπύρος Κουζινόπουλος στο βιβλίο του «Δράμα 1941: Μία παρεξηγημένη εξέγερση», μετά από έρευνα 35 περίπου ετών, μέσα από άγνωστα ντοκουμέντα αλλά και μαρτυρίες μερικών από τους πρωταγωνιστές των γεγονότων εκείνης της εποχής που τους είχε προλάβει εν ζωή, αποδεικνύει ατράνταχτα ότι επρόκειτο για μία γνήσια ηρωική λαϊκή εξέγερση, την πρώτη που σημειώθηκε στην κατεχόμενη από τους ναζί Ευρώπη. Μία πράξη αντίστασης πρόωρη ίσως, που όμως είχε σημαντικά οφέλη για την Ελλάδα, καθώς ακύρωσε τα όποια επιχειρήματα της Βουλγαρίας περί εθνικών και πληθυσμιακών δικαιωμάτων στην περιοχή και αποθάρρυνε εποίκους από τη Βουλγαρία να εγκατασταθούν στην περιοχή και να αλλοιώσουν την πληθυσμιακή της σύνθεση.
Πηγή: http://www.enet.gr/
ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΑΝΑΛΥΤΙΚΑ
Μέσα από το νέο βιβλίο του Σπύρου Κουζινόπουλου «Δράμα 1941: Μία παρεξηγημένη εξέγερση», που κυκλοφορεί σε λίγες ημέρες από τις εκδόσεις «Καστανιώτη», φωτίζεται μία άγνωστη ιστορία ηρωισμού και εθνικού μεγαλείου, που όμως για πολιτικούς λόγους «θάφτηκε» τη μεταπολεμική περίοδο.
Μία φούχτα επαναστάτες ξεσηκώνουν το λαό της Δράμας σε εξέγερση, στις 28 Σεπτεμβρίου 1941, κατά της φριχτής βουλγαρικής κατοχής. Για ένα 24ωρο περίπου, οι εξεγερμένοι καταλύουν την εξουσία των βουλγαρικών κατοχικών δυνάμεων, καταλαμβάνουν αστυνομικούς σταθμούς και κρατικά κτίρια, διώχνουν τους κατακτητές από πολλά χωριά της Δράμας.
Η εξέγερση, που οργανώθηκε από την τοπική οργάνωση του ΚΚΕ και τον αρχηγό της, Παντελή Χαμαλίδη, ήρθε ως συνέπεια της άγριας καταπιεστικής κατοχής που είχαν επιβάλει οι βούλγαροι εισβολείς, όταν μετά τις 22 Απριλίου 1941 εισέβαλαν στην Ανατολική Μακεδονία και Θράκη. Η παραχώρηση της περιοχής ήταν ένα «δώρο» του Χίτλερ στον βούλγαρο τσάρο Βόρις, για τη βοήθεια που του είχε προσφέρει ο τελευταίος στην κατάληψη από τις σιδερόφραχτες στρατιές του Γ' Ράιχ, της Ελλάδας και της Γιουγκοσλαβίας.
Οι Βούλγαροι, αμέσως μετά την εισβολή τους στο ελληνικό έδαφος, επιδόθηκαν σε μία πρωτοφανή προσπάθεια εκβουλγαρισμού της περιοχής από τον Στρυμόνα μέχρι τον Εβρο. Απαγόρευσαν τη χρήση της ελληνικής γλώσσας, έκλεισαν τα σχολεία και τις εκκλησίες, κατέβασαν τις ελληνικές πινακίδες από τα καταστήματα, επέβαλαν στους καταστηματάρχες να βάλουν βούλγαρο συνέταιρο, εξανάγκασαν περισσότερους από 110.000 Ελληνες να εγκαταλείψουν την περιοχή, που την κατέστησαν επαρχία του βουλγαρικού κράτους με το όνομα «Μπελομόριε».
Η αφόρητη αυτή κατάσταση είχε ως συνέπεια να δυναμώσει το κίνημα αντίστασης στην περιοχή. Η οργάνωση Δράμας του ΚΚΕ με τον γραμματέα της, Παντελή Χαμαλίδη, δίνει εντολή για συγκέντρωση οπλισμού και αποφασίζει την οργάνωση εξέγερσης, ερμηνεύοντας λαθεμένα απόφαση του Μακεδονικού Γραφείου του ΚΚΕ, που δύο εβδομάδες νωρίτερα, σε μυστική σύσκεψη στελεχών του, στην Ηλιοκώμη Σερρών, είχε δώσει εντολή για τη διενέργεια πράξεων σαμποτάζ κατά των αρχών κατοχής σε όλη τη Βόρεια Ελλάδα.
Οι επαναστάτες καταφέρνουν να πυρπολήσουν το εργοστάσιο ηλεκτροφωτισμού της Δράμας, επιτίθενται στο σιδηροδρομικό σταθμό, χτυπούν τους στρατώνες του πεζικού και του πυροβολικού μέσα στην πόλη, ενώ στα γύρω χωριά εκδιώκουν ή εκτελούν τους διορισμένους βουλγάρους προέδρους κοινοτήτων, πυρπολούν τα αστυνομικά τμήματα, καταλύουν τη βουλγαρική εξουσία.
Η απάντηση των βουλγάρων κατακτητών έρχεται σκληρή και αδυσώπητη μία ημέρα μετά. Πάνω από 3.000 Ελληνες εκτελούνται στην πόλη και την περιοχή της Δράμας χωρίς δίκη, εκατοντάδες άλλοι υποβάλλονται σε σκληρά βασανιστήρια και οδηγούνται στις βουλγαρικές φυλακές, 67 χωριά πυρπολούνται και καταστρέφονται ολοσχερώς, ενώ εξαπολύεται ένα απίστευτο κυνηγητό εναντίον κάθε ελληνικού στοιχείου.
Είναι συγκλονιστική η περιγραφή για την ομαδική εκτέλεση 144 κατοίκων που έγινε στα Κύργια της Δράμας : «Τρεις μέρες έμειναν στο ύπαιθρο οι σκοτωμένοι. Και την τέταρτη επιτράπηκε στις γυναίκες να τους θάψουν. Ο θρήνος τους ακούστηκε σε όλο τον κάμπο. Οι περισσότεροι δεν μπόρεσαν να αναγνωρίσουν τους δικούς τους. Ηταν παραμορφωμένοι από τις σφαίρες και τις χειροβομβίδες μα πιο πολύ από τα πεινασμένα τσομπανόσκυλα κι από τα κοράκια, που είχαν ξεσκίσει τις ματωμένες σάρκες των νεκρών».
Μία ημέρα πριν την εξέγερση, στις 27 Σεπτεμβρίου 1941, τα στελέχη του Μακεδονικού Γραφείου του ΚΚΕ πληροφορούνται στη Θεσσαλονίκη ότι ετοιμάζεται επανάσταση στη Δράμα. Και καθώς τη θεωρούν πρόωρη, αποφασίζουν να μεταβούν στην Ανατολική Μακεδονία για να την εμποδίσουν. Περνούν κρυφά τον ποταμό Στρυμόνα που ήταν το όριο μεταξύ γερμανοκρατούμενης και βουλγαροκρατούμενης Ελλάδος, μόλις όμως φτάνουν στο χωριό Μυρίνη Σερρών, όπου λειτουργούσε «γιάφκα» του κόμματος, πληροφορούνται την έναρξη της εξέγερσης. Το μόνο που πετυχαίνουν είναι να αποτρέψουν την εξάπλωσή της στα χωριά του Παγγαίου. Και καθώς οι κατακτητές πραγματοποιούν εκτεταμένες έρευνες για τη σύλληψη των επαναστατών, αποφασίζουν να επιστρέψουν πίσω στη γερμανοκρατούμενη περιοχή. Πριν περάσουν όμως το Στρυμόνα, πέφτουν πάνω σε βουλγαρική περίπολο που τους εκτελεί στις 5 Οκτωβρίου 1941. Επρόκειτο για τους Απόστολο Τζανή, Παρασκευά Δράκο, Μωυσή Πασχαλίδη και τα αδέλφια Λάμπρο και Αραμπατζή Μαζαράκη.
Μετά την κατάπνιξη της εξέγερσης, οι επαναστάτες της Δράμας καταφεύγουν στο βουνό Τσάλνταγ, όπου τους επόμενους μήνες και μέχρι το καλοκαίρι του 1942 θα εξοντωθούν μέχρι ενός από τους κατακτητές.
Μετά την απελευθέρωση της χώρας, τον Οκτώβριο του 1944, η εξέγερση της Δράμας συκοφαντείται, καθώς διατυπώνεται αστήρικτα ο ισχυρισμός ότι δεν επρόκειτο περί γνήσιας λαϊκής εξέγερσης, αλλά για «προβοκάτσια». Καθώς, όπως διατείνονταν, τα μέλη του ΚΚΕ στη Δράμα υποκινήθηκαν από τους βουλγάρους κατακτητές να οργανώσουν το κίνημα, προκειμένου να μπορέσουν οι τελευταίοι να προχωρήσουν στην εξόντωση του ελληνικού πληθυσμού στην Ανατολική Μακεδονία και Θράκη. Δυστυχώς, παρά τα στοιχεία που υπήρχαν, η άποψη εκείνη επικρατεί μεταξύ όλων των πολιτικών δυνάμεων της χώρας. Με συνέπεια η ηρωική εκείνη εξέγερση να «θαφτεί» για μισό και πλέον αιώνα.
Ο Σπύρος Κουζινόπουλος στο βιβλίο του «Δράμα 1941: Μία παρεξηγημένη εξέγερση», μετά από έρευνα 35 περίπου ετών, μέσα από άγνωστα ντοκουμέντα αλλά και μαρτυρίες μερικών από τους πρωταγωνιστές των γεγονότων εκείνης της εποχής που τους είχε προλάβει εν ζωή, αποδεικνύει ατράνταχτα ότι επρόκειτο για μία γνήσια ηρωική λαϊκή εξέγερση, την πρώτη που σημειώθηκε στην κατεχόμενη από τους ναζί Ευρώπη. Μία πράξη αντίστασης πρόωρη ίσως, που όμως είχε σημαντικά οφέλη για την Ελλάδα, καθώς ακύρωσε τα όποια επιχειρήματα της Βουλγαρίας περί εθνικών και πληθυσμιακών δικαιωμάτων στην περιοχή και αποθάρρυνε εποίκους από τη Βουλγαρία να εγκατασταθούν στην περιοχή και να αλλοιώσουν την πληθυσμιακή της σύνθεση.
Πηγή: http://www.enet.gr/