Δημοσιεύθηκε στα
"Νέα" της Τετάρτης
ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΤΟ
Θα ήταν κανείς επικίνδυνα ροµαντικός αν δεν παραδεχόταν ότι η κρίση έχει φουντώσει και πλήττει τους πολίτες. Όποιος απλώς διατυμπανίζει τις συνέπειές της, παραβιάζει ορθάνοικτες πόρτες. ∆υστυχώς όµως διαπιστώνεται καθηµερινά ότι αυτό είναι το βασικό µοτίβο πολιτικής ανάλυσης και, πολλές φορές, επίθεσης στην κυβέρνηση. Θαρρείς και ο εχθρός δεν είναι οι κακές πλευρές του ελληνικού κοινωνικοοικονομικού οικοδομήματος αλλά υποχρεωτικά το όποιο Υπουργικό Συμβούλιο. Το πρωτεύον για πολλούς είναι µια μονότονη αντικυβερνητική ρητορική, αποβλέποντας ή απλώς στην παρουσία τους ή προσδοκώντας τα «αριστοτελικά» οφέλη της στιγµής. Αποδέχομαι χωρίς δεύτερη κουβέντα, βεβαίως, ότι υπάρχουν αυτοί που έχουν κάθε λόγο να είναι απογοητευµένοι, όχι όµως όλοι όσοι σήµερα δήθεν εξανίστανται. Και δεν αναφέροµαι µόνο σε πολιτικές δυνάµεις. Οφείλω όµως να πω τη γνώµη µου για δύο βασικές παρανοήσεις:
Η πρώτη έχει να κάνει µε την ίδια την έννοια του κράτους. Εχουµε συνηθίσει στη χώρα µας σε µια αντίληψη που θέλει το κράτος να αποτελεί από τη µία πλευρά τροχοπέδη κάθε εποικοδοµητικής προσπάθειας, κάθε καινοτόµου πρωτοβουλίας, λόγω της σκληρής γραφειοκρατίας του, της οντότητας που συγκεντρώνει κάθε λογής άδικη και δίκαιη διαµαρτυρία όλων µας. Κρατικά κτίρια γίνονται στόχος βίαιων πράξεων, καταλήψεων, κρατικές υπηρεσίες και λειτουργοί λοιδορούνται και στοχοποιούνται. Από την άλλη πλευρά, αποτελεί το µόνιµο καταφύγιο στις αδυναµίες µας: «πού είναι το κράτος» και «τι κάνει το κράτος».
Σε παρουσίαση Επιτροπής ∆ιαχείρισης Έργου, άµισθης και εθελοντικής, µε εξαιρετική εργασία, ο πρόεδρος των εργαζοµένων του υπουργείου, µε την «ιδιότητά του ως υπαλλήλου», δήλωσε ότι για να αποδώσει η Επιτροπή θα πρέπει να αµείβεται, τη στιγµή που η άµισθη - εθελοντική Επιτροπή κάνει θαύµατα σε σχέση µε το παρελθόν. Κι όταν, όπως είπε άλλη εργαζόµενη, στο παρελθόν εξωτερικοί συνεργάτες έλαβαν 800.000 ευρώ για ανάλογο πρόγραµµα, χωρίς να ακουστεί φωνή.
Η δεύτερη παρανόηση έχει να κάνει µε το µέλλον. Εάν ξαφνικά εστιάσουµε στα συµπτώµατα της κρίσης, όπως για λόγους µικροπολιτικούς κάνει η πολιτική και κοινωνική αντιπολίτευση, και όχι στην αλλαγή όλων εκείνων των στρεβλώσεων που καθιστούν την Ελλάδα ασθµατική στην οικονοµική της αναπνοή, τότε χάσαµε για πάντα το παιχνίδι.
Ευτυχώς η κυβέρνηση διαθέτει πολιτικές αντοχές και οπλοστάσιο επιχειρηµάτων για να αντιµετωπίζει όλη αυτή, την εν πολλοίς άδικη, κριτική που µεγεθύνει αποκλίσεις, µεγαλοποιεί καταστάσεις, διαστρεβλώνει δράσεις, διακωµωδεί προθέσεις, δηλητηριάζει την κοινωνική σκέψη. Με χοντροκοµµένες εκφράσεις («ξεπούληµα», «κατοχή ∆ΝΤ»), µισές αλήθειες, µε αποσπασµατικές και γι’ αυτό ανάπηρες θεωρήσεις και αναµάσηµα ταυτολογιών, µε ατυχείς συγκρίσεις.
Παρά τις δυσκολίες, τώρα ειδικά είναι ο καιρός για ψυχραιµία και θετική στάση απέναντι στις καταστάσεις. Εχουµε τη δυνατότητα να τα καταφέρουµε στην πορεία διαµόρφωσης µιας άλλης, πιο λειτουργικής και βιώσιµης κοινωνίας. Είναι όµως απαραίτητο να δίνουµε το µήνυµα της σύνεσης, αν η «συναίνεση» είναι βαριά απόφαση. Και έτσι να την ενισχύουµε. Να αποµονώνουµε την πολιτικά ιδιοτελή µιζέρια, τις κραυγές αµφισβήτησης, που χωρίς ειρµό στοχεύουν µόνο στην πολιτική κεφαλαιοποίησης και εκµετάλλευσης µιας δικαιολογηµένης δυσαρέσκειας των πολιτών, την οποία εν τέλει και αδικούν. Να µελετάµε µε ψυχραιµία τα δεδοµένα και να αντιλαµβανόµαστε µε συνολική οπτική αυτό που συµβαίνει στη χώρα µας σήµερα. Να υποστηρίζουµε µε υποµονή τις µεταρρυθµιστικές προσπάθειες για να εµφανίσουν αποτέλεσµα, να υποδεικνύουµε λάθη και ελλείψεις και όχι να προεξοφλούµε καταστροφικές αποτυχίες. Να ξεφύγουµε από τη στενοµυαλιά όσων οχυρώνονται πεισµατικά στα χαρακώµατα του προδήλως αποτυχηµένου µοντέλου οργάνωσης και άσκησης πολιτικής των τελευταίων δεκαετιών. Είναι επιτακτικό ο ακόµα σιωπηλός κόσµος του πνεύµατος, της γραφίδας, της µελέτης, του πληκτρολογίου, και όχι µόνο οι «επώνυµοι», να βρει ευκαιρίες να µεταδώσει αντιληπτά και κατανοητά τα δεδοµένα της κρίσης, µε αν όχι θετική, τουλάχιστον καλοπροαίρετη και αντικειµενική µατιά. Όχι µόνο τα µαθηµατικά της αλλά και τα ποιοτικά της δεδοµένα. Γιατί η κρίση δεν είναι στενά πολιτική ή οικονοµική.
Ήθος, γνώση, καθώς και πολιτικόυπόβαθρο, ας αποτελέσουν τα εργαλεία για την εξεύρεση των σωστών ισορροπιών στη δηµόσια συζήτηση, στη νηφάλια προσέγγιση, στην αναζήτηση του ουσιαστικού, του πρωτεύοντος και του καίριου, στην απόµόνωση του παράλογου, του άστοχου, του ανεπίκαιρου, του οπισθοδρομικού, του ατελέσφορου, του παραπλανητικού. Να απελευθερωθούµε από το παραδοσιακό μουσειακό µας πλαίσιο και να εξηγήσουμε το πραγματικό περιεχόμενο των λέξεων «επαναστατικό», «χρήσιµο» και «προοδευτικό» σήµερα. Καιρός να επαναπροσδιορίσουμε τη «συντήρηση» και την «πρόοδο». Κι ας επιλέξει ο καθένας σε ποια πλευρά θα σταθεί.
.
"Νέα" της Τετάρτης
ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΤΟ
Θα ήταν κανείς επικίνδυνα ροµαντικός αν δεν παραδεχόταν ότι η κρίση έχει φουντώσει και πλήττει τους πολίτες. Όποιος απλώς διατυμπανίζει τις συνέπειές της, παραβιάζει ορθάνοικτες πόρτες. ∆υστυχώς όµως διαπιστώνεται καθηµερινά ότι αυτό είναι το βασικό µοτίβο πολιτικής ανάλυσης και, πολλές φορές, επίθεσης στην κυβέρνηση. Θαρρείς και ο εχθρός δεν είναι οι κακές πλευρές του ελληνικού κοινωνικοοικονομικού οικοδομήματος αλλά υποχρεωτικά το όποιο Υπουργικό Συμβούλιο. Το πρωτεύον για πολλούς είναι µια μονότονη αντικυβερνητική ρητορική, αποβλέποντας ή απλώς στην παρουσία τους ή προσδοκώντας τα «αριστοτελικά» οφέλη της στιγµής. Αποδέχομαι χωρίς δεύτερη κουβέντα, βεβαίως, ότι υπάρχουν αυτοί που έχουν κάθε λόγο να είναι απογοητευµένοι, όχι όµως όλοι όσοι σήµερα δήθεν εξανίστανται. Και δεν αναφέροµαι µόνο σε πολιτικές δυνάµεις. Οφείλω όµως να πω τη γνώµη µου για δύο βασικές παρανοήσεις:
Η πρώτη έχει να κάνει µε την ίδια την έννοια του κράτους. Εχουµε συνηθίσει στη χώρα µας σε µια αντίληψη που θέλει το κράτος να αποτελεί από τη µία πλευρά τροχοπέδη κάθε εποικοδοµητικής προσπάθειας, κάθε καινοτόµου πρωτοβουλίας, λόγω της σκληρής γραφειοκρατίας του, της οντότητας που συγκεντρώνει κάθε λογής άδικη και δίκαιη διαµαρτυρία όλων µας. Κρατικά κτίρια γίνονται στόχος βίαιων πράξεων, καταλήψεων, κρατικές υπηρεσίες και λειτουργοί λοιδορούνται και στοχοποιούνται. Από την άλλη πλευρά, αποτελεί το µόνιµο καταφύγιο στις αδυναµίες µας: «πού είναι το κράτος» και «τι κάνει το κράτος».
Σε παρουσίαση Επιτροπής ∆ιαχείρισης Έργου, άµισθης και εθελοντικής, µε εξαιρετική εργασία, ο πρόεδρος των εργαζοµένων του υπουργείου, µε την «ιδιότητά του ως υπαλλήλου», δήλωσε ότι για να αποδώσει η Επιτροπή θα πρέπει να αµείβεται, τη στιγµή που η άµισθη - εθελοντική Επιτροπή κάνει θαύµατα σε σχέση µε το παρελθόν. Κι όταν, όπως είπε άλλη εργαζόµενη, στο παρελθόν εξωτερικοί συνεργάτες έλαβαν 800.000 ευρώ για ανάλογο πρόγραµµα, χωρίς να ακουστεί φωνή.
Η δεύτερη παρανόηση έχει να κάνει µε το µέλλον. Εάν ξαφνικά εστιάσουµε στα συµπτώµατα της κρίσης, όπως για λόγους µικροπολιτικούς κάνει η πολιτική και κοινωνική αντιπολίτευση, και όχι στην αλλαγή όλων εκείνων των στρεβλώσεων που καθιστούν την Ελλάδα ασθµατική στην οικονοµική της αναπνοή, τότε χάσαµε για πάντα το παιχνίδι.
Ευτυχώς η κυβέρνηση διαθέτει πολιτικές αντοχές και οπλοστάσιο επιχειρηµάτων για να αντιµετωπίζει όλη αυτή, την εν πολλοίς άδικη, κριτική που µεγεθύνει αποκλίσεις, µεγαλοποιεί καταστάσεις, διαστρεβλώνει δράσεις, διακωµωδεί προθέσεις, δηλητηριάζει την κοινωνική σκέψη. Με χοντροκοµµένες εκφράσεις («ξεπούληµα», «κατοχή ∆ΝΤ»), µισές αλήθειες, µε αποσπασµατικές και γι’ αυτό ανάπηρες θεωρήσεις και αναµάσηµα ταυτολογιών, µε ατυχείς συγκρίσεις.
Παρά τις δυσκολίες, τώρα ειδικά είναι ο καιρός για ψυχραιµία και θετική στάση απέναντι στις καταστάσεις. Εχουµε τη δυνατότητα να τα καταφέρουµε στην πορεία διαµόρφωσης µιας άλλης, πιο λειτουργικής και βιώσιµης κοινωνίας. Είναι όµως απαραίτητο να δίνουµε το µήνυµα της σύνεσης, αν η «συναίνεση» είναι βαριά απόφαση. Και έτσι να την ενισχύουµε. Να αποµονώνουµε την πολιτικά ιδιοτελή µιζέρια, τις κραυγές αµφισβήτησης, που χωρίς ειρµό στοχεύουν µόνο στην πολιτική κεφαλαιοποίησης και εκµετάλλευσης µιας δικαιολογηµένης δυσαρέσκειας των πολιτών, την οποία εν τέλει και αδικούν. Να µελετάµε µε ψυχραιµία τα δεδοµένα και να αντιλαµβανόµαστε µε συνολική οπτική αυτό που συµβαίνει στη χώρα µας σήµερα. Να υποστηρίζουµε µε υποµονή τις µεταρρυθµιστικές προσπάθειες για να εµφανίσουν αποτέλεσµα, να υποδεικνύουµε λάθη και ελλείψεις και όχι να προεξοφλούµε καταστροφικές αποτυχίες. Να ξεφύγουµε από τη στενοµυαλιά όσων οχυρώνονται πεισµατικά στα χαρακώµατα του προδήλως αποτυχηµένου µοντέλου οργάνωσης και άσκησης πολιτικής των τελευταίων δεκαετιών. Είναι επιτακτικό ο ακόµα σιωπηλός κόσµος του πνεύµατος, της γραφίδας, της µελέτης, του πληκτρολογίου, και όχι µόνο οι «επώνυµοι», να βρει ευκαιρίες να µεταδώσει αντιληπτά και κατανοητά τα δεδοµένα της κρίσης, µε αν όχι θετική, τουλάχιστον καλοπροαίρετη και αντικειµενική µατιά. Όχι µόνο τα µαθηµατικά της αλλά και τα ποιοτικά της δεδοµένα. Γιατί η κρίση δεν είναι στενά πολιτική ή οικονοµική.
Ήθος, γνώση, καθώς και πολιτικόυπόβαθρο, ας αποτελέσουν τα εργαλεία για την εξεύρεση των σωστών ισορροπιών στη δηµόσια συζήτηση, στη νηφάλια προσέγγιση, στην αναζήτηση του ουσιαστικού, του πρωτεύοντος και του καίριου, στην απόµόνωση του παράλογου, του άστοχου, του ανεπίκαιρου, του οπισθοδρομικού, του ατελέσφορου, του παραπλανητικού. Να απελευθερωθούµε από το παραδοσιακό μουσειακό µας πλαίσιο και να εξηγήσουμε το πραγματικό περιεχόμενο των λέξεων «επαναστατικό», «χρήσιµο» και «προοδευτικό» σήµερα. Καιρός να επαναπροσδιορίσουμε τη «συντήρηση» και την «πρόοδο». Κι ας επιλέξει ο καθένας σε ποια πλευρά θα σταθεί.
.